ΜΕΡΟΣ Α’
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΦΟΡΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου καθορίζεται το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων που προβλέπουν τη δυνατότητα υπαγωγής στη θεσπιζόμενη ρύθμιση οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ). Ειδικότερα, προβλέπεται ότι στη ρύθμιση υπάγεται το σύνολο των οφειλών που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018. Η υπαγωγή στη ρύθμιση λαμβάνει χώρα κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, ενώ η ρύθμιση καταλαμβάνει το σύνολο των νομικών και φυσικών προσώπων με οφειλές προς ΦΚΑ, ανεξάρτητα από την ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας, τη διακοπή της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή/και τη διακοπή ή αλλαγή της ιδιότητας, λόγω της οποίας δημιουργήθηκε η οφειλή. Με την τελευταία αυτή πρόβλεψη, αντιμετωπίζεται το φαινόμενο ύπαρξης οφειλών που συνδέονται με παλαιότερη δραστηριότητα ή ιδιότητα του οφειλέτη, την οποία όμως δεν διατηρεί σήμερα. Έτσι, στη ρύθμιση υπάγονται, μεταξύ άλλων, και οφειλές λόγω παλαιότερης άσκησης εμπορικής δραστηριότητας, ακόμη κι αν εν τω μεταξύ ο οφειλέτης προχώρησε σε διακοπή της δραστηριότητας στην αρμόδια Δ.ΟΎ. και σε διαγραφή από την ασφάλιση του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα.
Περαιτέρω, στη θεσμό θετού μεν η ρύθμιση δύναται να υπαχθούν, κατόπιν επιλογής του οφειλέτη, και οφειλές προς ΦΚΑ, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4469/2017 (Α’ 62). Στην περίπτωση αυτή, δεν επηρεάζονται οι όροι της ρύθμισης ως προς τους λοιπούς πιστωτές. Αν εκκρεμεί η σχετική διαδικασία, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος είναι δυνατή με τροποποίηση μόνο των σχετικών στοιχείων της οφειλής προς τους ΦΚΑ στην αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4469/2017.
Τέλος, ορίζεται ότι από το πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης εξαιρούνται οι οφειλές προς ΦΚΑ, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία ένταξης στις διατάξεις του ν. 3869/2010 (Α’ 130). Η εν λόγω εξαίρεση δικαιολογείται από το γεγονός ότι, στο ανωτέρω πλαίσιο, η ρύθμιση μεταξύ του συνόλου των πιστωτών του οφειλέτη επέρχεται με την έκδοση δικαστικής απόφασης. Άλλωστε, η υπαγωγή των οφειλών προς ΦΚΑ στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 είναι δυνητική, οπότε η υπαγωγή τους συνιστά επιλογή του οφειλέτη. Πάντως, αν εκκρεμεί ακόμα η σχετική διαδικασία υπαγωγής, προβλέπεται ότι η υπαγωγή στη ρύθμιση που θεσπίζεται με τον παρόντα νόμο είναι επίσης δυνατή, εφόσον ο οφειλέτης παραιτηθεί από την εν λόγω διαδικασία και μόνο ως προς τις οφειλές προς ΦΚΑ. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η δυνατότητα στον οφειλέτη να προτιμήσει την υπαγωγή στη ρύθμιση της επιλογής του. Ευνόητο είναι ότι, αν η υπαγωγή στον ν. 3869/2010 δεν έχει καταστεί δυνατή ή αν η ρύθμιση έπαψε να υφίσταται, η υπαγωγή στο θεσπιζόμενο σύστημα ρύθμισης οφειλών είναι καθόλα δυνατή.
Άρθρο 2
Οφειλές μη μισθωτών
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καθορίζονται οι κανόνες για τη ρύθμιση των οφειλών (κύριας οφειλής και προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής) των μη μισθωτών ασφαλισμένων προς τους ΦΚΑ. Πρόκειται, δηλαδή, για τις οφειλές ασφαλισμένων προς τον πρώην ΟΑΕΕ, το πρώην ΕΤΑΑ και το πρώην ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, για το σύνολο των κλάδων ασφάλισης στους οποίους αφορά η οφειλή (κύρια και επικουρική ασφάλιση, υγειονομική περίθαλψη και εφάπαξ), ενώ συμπεριλαμβάνεται και η εισφορά υπέρ ΟΑΕΔ που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α’ 152). Ομοίως, καταλαμβάνονται και οι οφειλές μη μισθωτών που δημιουργήθηκαν από 1.1.2017 έως και 31.12.2018 βάσει των οικείων διατάξεων περί καταβολής εισφορών του ν. 4387/2016 (Α’ 85).
Κεντρικό χαρακτηριστικό της εν λόγω ρύθμισης είναι ότι η κύρια οφειλή που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016, επανυπολογίζεται, ανάλογα προς τον κλάδο ασφάλισης στον οποίο αφορά, σύμφωνα με ποσοστά υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών του ν. 4387/2016, με βάση υπολογισμού το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2018, ήτοι το ποσό των 586,08 ευρώ. Επί του ως άνω επανυπολογιζόμενου ποσού επανυπολογίζονται και οι πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκοι λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής της κύριας οφειλής. Ο κατά τα ανωτέρω επανυπολογισμός παρέχεται κατόπιν επιλογής του οφειλέτη, ο οποίος διατηρεί το δικαίωμα να ρυθμίσει την υφιστάμενη οφειλή του, δίχως επανυπολογισμό.
Περαιτέρω, στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, παρέχεται έκπτωση 85% επί του συνόλου των προσαυξήσεων, προσθέτων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, είτε επανυπολογίζονται είτε όχι.
Τέλος, η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις προβλέψεις περί επανυπολογισμού της κύριας οφειλής που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016 και παροχής έκπτωσης επί των συνολικών προσαυξήσεων, αποπληρώνεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120), ενώ το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.
Άρθρο 3
Οφειλές προς ΟΓΑ
Με την παρούσα διάταξη καθορίζεται ο τρόπος ρύθμισης των οφειλών προς τον ΟΓΑ, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής. Ειδικότερα, στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, παρέχεται έκπτωση 100% επί των πάσης φύσεων προσαυξήσεων, προσθέτων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση. Η επανυπολογιζόμενη οφειλή αποπληρώνεται σε έως εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις, με ελάχιστο ποσό δόσης αυτό των τριάντα (30) ευρώ.
Άρθρο 4
Οφειλές εργοδοτών
Με τις διατάξεις του παρόντος καθορίζεται ο τρόπος ρύθμισης των οφειλών των εργοδοτών από την απασχόληση εργαζομένων, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής. Πρόκειται για τις οφειλές που έχουν δημιουργηθεί λόγω μη καταβολής των οφειλόμενων εισφορών τόσο από την απασχόληση εργαζομένων υπαγόμενων στην ασφάλιση του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, όσο και από την απασχόληση μισθωτών ιατρών, μηχανικών κλπ.
Ειδικότερα, στους οφειλέτες εργοδότες που θα υπαχθούν στη ρύθμιση, παρέχεται έκπτωση επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, κατά 100%, σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής της κύριας οφειλής, και κατά 50%, σε περίπτωση τμηματικής καταβολής της κύριας οφειλής. Στην κύρια οφειλή δεν παρέχεται έκπτωση, καθώς η οφειλή αυτή των εργοδοτών συνδέεται άμεσα με κοινωνικο-ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των εργαζομένων, τα οποία δεν είναι νοητό να επηρεαστούν από τη χορηγούμενη δυνατότητα ρύθμισης προς τους οφειλέτες εργοδότες.
Τέλος, προβλέπεται ότι η ρυθμιζόμενη οφειλή καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120), ενώ το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.
Άρθρο 5
Οφειλές από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές
Στη θεσπιζόμενη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ρύθμιση οφειλών υπάγονται, σύμφωνα με τις προβλέψεις του εν λόγω άρθρου, και οι οφειλές από κάθε είδους παροχές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως σε ασφαλισμένο ή συνταξιούχο έως και 31.12.2018, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε βάρος του οφειλέτη λόγω των οφειλών αυτών.
Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, παρέχεται έκπτωση 85% επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120), ενώ το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.
Τέλος, προβλέπεται ειδική διάταξη για συνταξιούχους που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές με παρακράτηση των δόσεων από το ποσό της σύνταξης που λαμβάνουν. Για αυτούς, η υπαγωγή στη νέα ρύθμιση συνεπάγεται την έναρξη της παρακράτησης των δόσεων για την εξόφληση της εναπομένουσας οφειλής από το ποσό της σύνταξης, από τον επόμενο μήνα από την υπαγωγή στη ρύθμιση, ενώ από το χρονικό αυτό σημείο η προγενέστερη ρύθμιση παύει να ισχύει.
Άρθρο 6
Οφειλές από περισσότερες αιτίες
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ρυθμίζεται η περίπτωση ύπαρξης οφειλών από περισσότερες αιτίες, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 2 έως 5. Εάν συντρέχουν, λοιπόν, οφειλές από περισσότερες αιτίες, προβλέπεται ότι οι οφειλές από κάθε αιτία ρυθμίζονται αυτοτελώς, σύμφωνα με τους κατά περίπτωση προβλεπόμενους κανόνες της θεσμοθετούμενης ρύθμισης, και ο οφειλέτης καταβάλλει αθροιστικά τις προκύπτουσες δόσεις κάθε ρύθμισης. Ενδεικτικά, το πεδίο εφαρμογής της διάταξης καταλαμβάνει περιπτώσεις ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίοι έχουν οφειλές τόσο λόγω της ατομικής αυτής δραστηριότητάς τους (λ.χ. οφειλές προς τον πρώην ΟΑΕΕ), οι οποίες υπάγονται στη ρύθμιση του άρθρου 2, όσο και ως εργοδότες από την απασχόληση εργαζομένων κατά την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητάς τους (οφειλές προς το πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), οι οποίες υπάγονται στη ρύθμιση του άρθρου 4.
Άρθρο 7
Μετάπτωση από υφιστάμενη ρύθμιση
Με τις διατάξεις του προτεινόμενου άρθρου προβλέπεται ότι εάν ο οφειλέτης επιλέξεις να υπαχθεί στη θεσμοθετούμενη ρύθμιση, στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά και το υπολειπόμενο ποσό οφειλών που έχουν ήδη υπαχθεί σε προγενέστερη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ. Και για τις οφειλές αυτές θα ισχύσουν, ομοίως οι κανόνες που προβλέπονται στα άρθρα 2 έως 6. Με τον τρόπο αυτό απορροφώνται τυχόν προγενέστερες ρυθμίσεις από την ευνοϊκότερη ρύθμιση που εισάγεται με τον παρόντα νόμο, ώστε να αποφευχθεί το φαινόμενο πολλαπλών ρυθμίσεων που βαίνουν παράλληλα και προκαλούν σύγχυση στους οφειλέτες ως προς τις επιμέρους υποχρεώσεις τους.
Άρθρο 8
Αμφισβητούμενες οφειλές και οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης
Με τις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού αντιμετωπίζεται η περίπτωση ύπαρξης οφειλών που έχουν δημιουργηθεί έως και 31.12.2018, και άρα καταλαμβάνονται από το πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης, εντούτοις είτε τελούν σε αναστολή είσπραξης, δικαστική ή διοικητική ή εκ του νόμου, είτε αμφισβητούνται από τον οφειλέτη με την άσκηση προσφυγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος ή μέσου.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι και οι ανωτέρω οφειλές μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση, με επιλογή του οφειλέτη. Με τον τρόπο αυτό, εναπόκειται στον οφειλέτη να σταθμίσει τις επιλογές του και να προχωρήσει στην πλέον συμφέρουσα για τον ίδιο επιλογή. Πάντως, ορίζεται ότι, αν ο οφειλέτης δεν συμπεριλάβει στη ρύθμιση τις οφειλές αυτές η άρση της αναστολής είσπραξης ή της αμφισβήτησης δεν συνιστά λόγο για την έκπτωση του οφειλέτη από τη ρύθμιση. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης οφείλει να αποπληρώσει τις εν λόγω οφειλές εντός τριών (3) μηνών από την άρση της αναστολής ή της αμφισβήτησης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 17.
Τέλος, ορίζεται εύλογα ότι, μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση, δίχως να περιλαμβάνονται σε αυτή και οι οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης ή αμφισβητούνται από τον οφειλέτη, η μεταγενέστερη υπαγωγή τους δεν είναι δυνατή, ακόμη και μετά την άρση της αναστολής ή της αμφισβήτησης.
Άρθρο 9
Δικαίωμα συνταξιοδότησης
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού αντιμετωπίζεται η ειδικότερη περίπτωση οφειλετών, οι οποίοι, ενώ έχουν συμπληρώσει τις βασικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης (ηλικιακό όριο και χρόνια ασφάλισης), εντούτοις δεν δύνανται να δικαιωθούν σύνταξης λόγω οφειλών που υπερβαίνουν τα όρια που ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι, στην περίπτωση που η οφειλή που υπάγεται σε ρύθμιση, όπως αυτή προκύπτει μετά τον επανυπολογισμό της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, πέσει κάτω από τα προβλεπόμενα, στην κείμενη νομοθεσία, όρια οφειλών για την απονομή σύνταξης, ο οφειλέτης δικαιούται απονομής σύνταξης, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις. Και στην περίπτωση αυτή, οι οφειλές καταβάλλονται σε μηνιαίες δόσεις, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 4 έως 8, που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120). Μάλιστα, ειδικά για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ που συμπληρώνουν το 67ο έτος της ηλικίας τους μέχρι την 31.12.2019, προβλέπεται ότι το όριο οφειλών για απονομή σύνταξης διαμορφώνεται, στο πλαίσιο ισχύος της ρύθμισης, στο ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ.
Σε ειδικότερη αναφορά προς την υποχρέωση καταβολής των οριζόμενων δόσεων προβλέπεται ότι από την ένταξη στη ρύθμιση και έως την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, ο οφειλέτης καταβάλλει κανονικά τις δόσεις της ρύθμισης. Από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την έναρξη καταβολής του δικαιούμενου ποσού σύνταξης, αναστέλλεται η υποχρέωση καταβολής των δόσεων της ρύθμισης. Οι δόσεις που αντιστοιχούν στο διάστημα αυτό, παρακρατούνται αθροιστικά από το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται αναδρομικά στον συνταξιούχο, ενώ οι επόμενες δόσεις παρακρατούνται από το ποσό της σύνταξης του επόμενου μήνα από αυτόν της έναρξης καταβολής της σύνταξης. Ειδικά, πάντως, κατά τη περίοδο χορήγησης προσωρινής σύνταξης, από την προσωρινή σύνταξη παρακρατούνται τα ποσά που αντιστοιχούν στο ελάχιστο ποσό δόσης, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 2 έως 6, ενώ η διαφορά μεταξύ του ποσού της οφειλόμενης δόσης και του ήδη παρακρατηθέντος ελάχιστου ποσού δόσης παρακρατείται από το ποσό της οριστικής σύνταξης που χορηγείται αναδρομικά στον συνταξιούχο.
Ωστόσο, σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης συνταξιοδότησης, λόγω μη συνδρομής λοιπών συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων (λ.χ. λόγω μη συμπλήρωσης του προβλεπόμενου ηλικιακού ορίου ή του προβλεπόμενου χρόνου ασφάλισης), ο οφειλέτης υποχρεούται να αποπληρώσει, εντός τριών (3) μηνών από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης, το σύνολο των δόσεων που αντιστοιχούν στο διάστημα από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την επίδοση της απορριπτικής απόφασης.
Επίσης, ορίζεται ρητά ότι στις περιπτώσεις που το δικαίωμα λήψης της συνταξιοδοτικής παροχής έχει περιορισμένη διάρκεια, κατά τη λήξη αυτής ο οφειλέτης εξακολουθεί να υπάγεται στη ρύθμιση.
Τέλος, για την πληρότητα της ρύθμισης, αντιμετωπίζεται και μια ειδικότερη περίπτωση. Πρόκειται για τις περιπτώσεις εκείνες που είχαν ήδη καταβληθεί εφάπαξ ποσά προς εξόφληση ασφαλιστικών οφειλών με σκοπό τη συνταξιοδότηση, αλλά εκ των υστέρων διαπιστώθηκε ότι τα καταβληθέντα αυτά ποσά δεν επαρκούσαν, ώστε η οφειλή να πέσει κάτω από τα προβλεπόμενα όρια, και επομένως δεν είναι δυνατή η συνταξιοδότηση του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, η αρχική οφειλή, δίχως τον συνυπολογισμό των καταβολών, επανυπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6 και, εν συνεχεία, αφαιρείται από το επανυπολογιζόμενο ποσό της οφειλής το ποσό που καταβλήθηκε από τον ασφαλισμένο. Το υπολειπόμενο δε ποσό εντάσσεται στη ρύθμιση και παρακρατείται από τη σύνταξη που χορηγείται σε έως εκατόν είκοσι (120) δόσεις.
Άρθρο 10
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης
Με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ότι η βασική οφειλή που υπάγεται στη ρύθμιση κεφαλαιοποιείται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και, αντί των τόκων, πρόσθετων τελών και προσαυξήσεων μη εμπρόθεσμης καταβολής, κατά την κείμενη νομοθεσία, επιβαρύνεται, από τον επόμενο μήνα από αυτόν της υπαγωγής στη ρύθμιση, με τόκο που υπολογίζεται με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογιζόμενο.
Επιπλέον, αν μετά από έλεγχο προκύψει οφειλή αναγόμενη σε χρονική περίοδο της ρύθμισης, χορηγείται η δυνατότητα είτε εφάπαξ εξόφλησής της, με κανονική συνέχιση της ρύθμισης, είτε ένταξης και της οφειλής αυτής στη ρύθμιση, με ανακαθορισμό των ποσών της ρύθμισης.
Τέλος, προβλέπεται ότι, κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης και αναλόγως της δυνατότητας αποπληρωμής, είτε την εφάπαξ εξόφληση του υπόλοιπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών είτε τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, με αύξηση του ποσού των καταβαλλόμενων δόσεων.
Άρθρο 11
Υποβολή αίτησης – Τηρητέα διαδικασία
Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζεται το διαδικαστικό πλαίσιο για την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, καθώς και ο χρόνος καταβολής των προκυπτουσών δόσεων.
Κατ’ αρχάς, διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα υποβολής αίτησης για την υπαγωγή στη θεσμό θετού μεν η ρύθμιση παρέχεται άπαξ ανά οφειλέτη. Ορίζεται δε ότι η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, ενώ, κατ’ εξαίρεση, όπου υπάρχει αδυναμία πιστοποίησης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, η αίτηση υποβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΚΕΑΟ.
Εν συνεχεία, καθορίζεται η τηρητέα διαδικασία, αναλόγως της κατηγορίας των οφειλών, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 4 έως 7, Για τους μη μισθωτούς και του οφειλέτες προς Ο ΓΑ, η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση περιλαμβάνει δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο ζητείται ο προσδιορισμός της οφειλής μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΕΦΚΑ. Ειδικά για τους μη μισθωτούς, οι οικείες διατάξεις του άρθρου 4 προβλέπουν τον επανυπολογισμό της κύριας οφειλής, βάσει των κανόνων του ν. 4387/2016, με επιλογή του οφειλέτη. Έτσι, στους οφειλέτες που επιλέγουν επανυπολογισμό της οφειλής, παρέχεται ενημέρωση για το ύψος της οφειλής, όπως διαμορφώνεται πριν και μετά τον επανυπολογισμό. Μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου και τη διαβίβαση της προσδιοριζόμενης, κατά τα ανωτέρω, οφειλής στο ΚΕΑΟ, υποβάλλεται αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ. Για τις υπόλοιπες περιπτώσεις οφειλών, δηλαδή για οφειλές εργοδοτών και οφειλές από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές, ο οφειλέτης υποβάλλει αίτηση απευθείας μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ.
Τέλος, ορίζεται ότι η πρώτη δόση της ρύθμισης καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση, ενώ οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από το μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση. Με την απόφαση υπαγωγής στη ρύθμιση καθορίζεται το ποσό κάθε δόσης, ο αριθμός των δόσεων και κάθε άλλη αναγκαία για τον οφειλέτη λεπτομέρεια (λ.χ. κωδικός πληρωμής για τραπεζική ή ηλεκτρονική καταβολή). Το ως άνω χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής δεν ισχύει για τους αιτηθέντες και δικαιωθέντες απονομής σύνταξης, για τους οποίους ισχύουν οι ειδικότερες προβλέψεις του άρθρου 9.
Άρθρο 12
Δικαιολογητικά
Όπως ορίζεται στο άρθρο 1, από την υπαγωγή στη θεσμό θετού μεν η ρύθμιση εξαιρούνται οι οφειλές προς ΦΚΑ για τις οποίες έχει ήδη ολοκληρωθεί η διαδικασία ένταξης στον ν. 3869/2010 (Α’ 130). Η σχετικά δυνατότητα χορηγείται, όμως, στους οφειλέτες που έχουν μεν υποβάλει αίτηση για την ένταξή τους στον ανωτέρω νόμο, αλλά η οικείες διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί. Με την παρούσα διάταξη ορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται ειδικά για τους τελευταίους αυτούς οφειλέτες. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι οι οφειλέτες που έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στον ν. 3869/2010, δίχως να έχει ολοκληρωθεί η οικεία διαδικασία, προσκομίζουν δήλωση παραίτησης από τη διαδικασία υπαγωγής των οφειλών προς ΦΚΑ στη ρύθμιση του ν. 3869/2010, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 294 ΚΠολΔ.
Άρθρο 13
Καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση
Με την παρούσα ρύθμιση ορίζεται η καταληκτική ημερομηνία υποβολής αίτησης για την υπαγωγή στη ρύθμιση.
Άρθρο 14
Χορήγηση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου προβλέπεται ότι, κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής, δύναται να χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας διμηνιαίας ισχύος, στο οποίο πιστοποιείται το υπολειπόμενο ποσό της οφειλής. Επίσης, χορηγείται αποδεικτικό σε αναδόχους έργων και εργολάβους για την είσπραξη λογαριασμών δημοσίου έργου, εφόσον για το έργο για το οποίο χορηγείται το αποδεικτικό δεν υφίστανται τρέχουσες ή ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής, χορηγείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας με παρακράτηση ποσού ίσου με την οφειλή.
Άρθρο 15
Αναστολή ποινικών διώξεων και μέτρων εκτέλεσης
Με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου ορίζεται ότι, κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής, αναστέλλονται τα μέτρα εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη, ενώ συγχρόνως αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη εργοδότη λόγω μη καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α’ 136), αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί και, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται.
Άρθρο 16
Αναστολή παραγραφής οφειλών
Δεδομένου ότι η διάρκεια της παρεχόμενης ρύθμισης δύναται να ανέρχεται σε έως εκατόν είκοσι (120) δόσεις, με την εν λόγω διάταξη διασφαλίζεται ότι κατά τη διάρκεια της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση. Η εν λόγω πρόβλεψη αποσκοπεί στην προάσπιση των συμφερόντων των ΦΚΑ, και άρα στην προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος, προκειμένου να μην υπάρξουν φαινόμενα παραγραφής των αξιώσεων των ΦΚΑ δίχως να έχει προηγουμένως διασφαλιστεί η είσπραξη των οφειλών, με την επιτυχή ολοκλήρωση της ρύθμισης.
Άρθρο 17
Απώλεια της ρύθμισης
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού προβλέπονται οι περιπτώσεις απώλειας της χορηγούμενης ρύθμισης οφειλών, η τύχη της ρύθμισης σε περίπτωση θανάτου του οφειλέτη κατά τη διάρκειά της, καθώς και οι συνέπειες σε περίπτωση απώλειας της.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι η ρύθμιση απόλλυται σε τέσσερις περιπτώσεις:
α) Αν δεν καταβληθεί ποσό δόσεων που αντιστοιχεί σε δύο (2) δόσεις της ρύθμισης.
β) Αν δεν καταβληθούν βεβαιωμένες οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την 1.1.2019. Ειδικά επί μη μισθωτών ασφαλισμένων, διευκρινίζεται ότι ως βεβαιωμένες οφειλές νοούνται αυτές που προκύπτουν μετά το πέρας της ετήσιας εκκαθάρισης και έχουν βεβαιωθεί στο ΚΕΑΟ.
γ) Αν δεν καταβληθούν εντός τριών (3) μηνών από την άρση της αναστολής ή της αμφισβήτησης οι οφειλές που κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση τελούσαν σε αναστολή είσπραξης ή δικαστική ή διοικητική αμφισβήτηση και δεν υπήχθησαν, με επιλογή του οφειλέτη, στη ρύθμιση.
δ) Αν δεν καταβληθεί το σύνολο των δόσεων που αντιστοιχούν στο διάστημα από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την επίδοση της απορριπτικής απόφασης, κατά τα οριζόμενα στην περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 9.
Ωστόσο, η ρύθμιση δεν απόλλυται, εάν οι οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την 1.1.2019 τελούν σε αναστολή είσπραξης, διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου, ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, οι όροι της οποίας τηρούνται.
Σε ειδικότερη αναφορά προς την περίπτωση θανάτου του οφειλέτη που ρύθμισε τις οφειλές του κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, ορίζεται ότι η ρύθμιση συνεχίζεται από τους κληρονόμους του, ενώ κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αποποίησης και για τρεις (3) μήνες μετά τη λήξη της δεν επέρχεται έκπτωση του κληρονόμου. Σε περίπτωση προσώπων που έλκουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω θανάτου του οφειλέτη, OL δόσεις της ρύθμισης παρακρατούνται από το ποσό της σύνταξης που τους μεταβιβάζεται, σύμφωνα με τους όρους της ρύθμισης.
Τέλος, προβλέπεται ότι, σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, επέρχεται απώλεια των ευεργετημάτων της και αναβίωση της οφειλής στην κατάσταση που είχε κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και πριν τον τυχόν επανυπολογισμό της, αφαιρούμενων των ποσών που καταβλήθηκαν εν τω μεταξύ, η οφειλή καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, αίρεται η αναστολή των μέτρων εκτέλεσης και των ποινικών διώξεων και πλέον η οφειλή καθίσταται επιδιώξιμη με όλα τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία μέσα.
Άρθρο 18
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
Με την προτεινόμενη ρύθμιση παρέχεται η δυνατότητα στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με απόφασή του, να επανακαθορίσει τη διαδικασία, τα αρμόδια όργανα και τα δικαιολογητικά για την υπαγωγή στη ρύθμιση, να παρατείνει την καταληκτική προθεσμία υποβολής αιτήσεων για την υπαγωγή στη ρύθμιση και να καθορίσει τυχόν ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων που διέπουν τη χορηγούμενη δυνατότητα ρύθμισης οφειλών. Παρότι το θεσμοθετούμενο σύστημα ρύθμισης έχει συγκεκριμένο και πλήρως ορισμένο π> αίσιο, και συνεπώς δύναται να εφαρμοστεί άμεσα, κρίνεται σκόπιμη η χορήγηση της ως άνω δυνατότητας, ώστε να αντιμετωπιστούν εξαιρετικά ειδικότερα ζητήματα που τυχόν θα ανακύψουν κατά την εφαρμογή του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Άρθρο 19
Σύνταξη λόγω θανάτου
Με το άρθρο 12 του νόμου 4387/2016 (Α’ 85) ρυθμίστηκαν θέματα σχετικά με την κατά μεταβίβαση σύνταξη, εισάγοντας για πρώτη φορά ενιαίες αρχές και κανόνες για όλους τους ασφαλισμένους, ανεξαρτήτως ασφαλιστικού φορέα προέλευσης. Ιδίως σε ό,τι αφορά στον επιζώντα σύζυγο προβλέφθηκε όριο ηλικίας για τη θεμελίωση δικαιώματος κατά μεταβίβαση σύνταξης, όριο που προβλέπεται στη νομοθεσία των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών.
Παρά την αποδεδειγμένη μείωση του ποσοστού ανεργίας στη χώρα μας, το ποσοστό εξακολουθεί να παραμένει σχετικά υψηλό σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προκύπτει και από τα επίσημα στοιχεία της EUROSTAT. Στην ελληνική κοινωνία οι επιζώντες σύζυγοι (στην πλειονότητά τους γυναίκες) μένουν κατά κανόνα εκτός αγοράς εργασίας κατά τη διάρκεια του γάμου με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες κατά την αναζήτηση εργασίας, ιδίως σε σχετικά μεγάλη ηλικία. Τούτο επιρρωνύεται και από επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, από τα οποία προκύπτει ότι η ανεργία των γυναικών, που αποτελούν την πλειοψηφία των δικαιούχων συντάξεων λόγω θανάτου, βρίσκεται σταθερά περίπου 9 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από αυτή των ανδρών. Αλλά και από επίσημα στοιχεία του ΟΑΕΔ προκύπτει ότι ποσοστό 62,4% των συνολικά εγγεγραμμένων στα μητρώα ανέργων είναι γυναίκες, ενώ από το προαναφερόμενο ποσοστό το 52,2% είναι εγγεγραμμένες για περισσότερους από 12 μήνες. Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω είναι το ότι στην Ελλάδα πολύ μεγάλο ποσοστό των ανωτέρω δικαιούχων της σύνταξης χηρείας επιβιώνουν με μοναδικό εισόδημα την σύνταξη λόγω θανάτου.
Αναγνωρίζοντας, μάλιστα, ο νομοθέτης την εγγενή δυσκολία ανεύρεσης εργασίας των δικαιούχων σύνταξης χηρείας άνω των 55 ετών, στην πλειονότητά τους γυναικών, προέβη σε προσπάθειες απορρόφησης της κατηγορίας αυτής στην αγορά εργασίας μέσω επιχορηγούμενων προγραμμάτων εργασιακής ένταξης. Πράγματι, προκειμένου να δοθούν κίνητρα για την πρόσληψη ατόμων αυτής της κατηγορίας, εκδόθηκε, κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του ανωτέρω άρθρου, η υπ’ αριθμ. οικ. 20999/336/2018 (Β’ 1357) κοινή υπουργική απόφαση, δυνάμει της οποίας καθορίστηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις αναφορικά με την καταβολή από το Δημόσιο ασφαλιστικών εισφορών των δικαιούχων συντάξεως λόγω θανάτου. Ωστόσο, παρά την παρέλευση ενός περίπου έτους από την έκδοση της προαναφερόμενης ΚΥΑ, στο εν λόγω καθεστώς κάλυψης των ασφαλιστικών εισφορών εντάχθηκε πολύ περιορισμένος αριθμός προσώπων, καθιστώντας το εν λόγω μέτρο στην πράξη αναποτελεσματικό. Ομοίως, τα κίνητρα που δόθηκαν από την Πολιτεία για την ένταξη στην εργασία των γυναικών-αρχηγών μονογονεϊκών οικογενειών μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα δεν απέφεραν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.
Ήδη σήμερα, τα δεδομένα που υφίσταντο κατά την θέσπιση του προαναφερόμενου ηλικιακού ορίου έχουν ουσιωδώς διαφοροποιηθεί, με τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) να εμφανίζει σημαντικά πλεονάσματα και με το ενιαίο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης να είναι αποδεδειγμένα μακροπρόθεσμα βιώσιμο.
Για όλους τους ανωτέρω λόγους και δεδομένης της ύπαρξης του απαραίτητου δημοσιονομικού χώρου, προωθείται η κατάργηση της ανωτέρω ηλικιακής προϋπόθεσης για τη λήψη της σύνταξης λόγω θανάτου του/της επιζώντος συζύγου, και δη πριν την παρέλευση τριετίας από την έναρξη ισχύος της επίμαχης διάταξης, προς ικανοποίηση ενός δίκαιου και εύλογου αιτήματος της συγκεκριμένης κατηγορίας προσώπων.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση επέρχονται και έτερες πολύ ευνοϊκές μεταβολές στο καθεστώς συνταξιοδότησης των δικαιοδόχων μελών στις περιπτώσεις θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου. Ειδικότερα δε προβλέπεται η αύξηση του ποσοστού της σύνταξης που δικαιούται ο επιζών σύζυγος από 50% σε 70% καθώς επίσης και η αύξηση της ηλικιακής προϋπόθεσης των δικαιοδόχων τέκνων από το 18ο στο 24ο έτος της ηλικίας τους ανεξαρτήτως φοίτησής τους ή μη σε αναγνωρισμένες ανώτερες ή ανώτατες σχολές, ΙΕΚ κλπ.
Επιπροσθέτως, αποσαφηνίζεται ότι μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται, ανάλογα με την χρονική διάρκεια της εργασίας ή αυτοπασχόλησης, το 50% της σύνταξης, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων ορίων που προβλέφθηκαν στην υποπαρ. Β της παρ. 4 με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 4499/2017 (Α’ 176).
Περαιτέρω, μειώνεται η ελάχιστη απαιτούμενη διάρκεια γάμου/συμφώνου συμβίωσης μεταξύ θανόντος ασφαλισμένου/συνταξιούχου και επιζώντος συζύγου ή ετέρου μέρους συμφώνου συμβίωσης από τη σύναψή του μέχρι την ημερομηνία θανάτου από τα πέντε (5) στα τρία (3) έτη.
Τέλος, προβλέπεται ότι τα ποσοστά της υποπαρ. Α της παρ. 4 υπολογίζονται επί του ποσού της επανυπολογισθείσας σύνταξης, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού, άλλως και εφόσον αυτό είναι μικρότερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού, υπολογίζονται επί του καταβαλλόμενου ως άνω (μεγαλύτερου) ποσού.
Άρθρο 20
Αναγνώριση ως πλασματικού χρόνου ασφάλισης του χρόνου για την απόκτηση διδακτορικού τίτλου των μελών ΔΕΠ
Με την προτεινόμενη διάταξη προωθείται η δυνατότητα αναγνώρισης μετά από σχετική αίτηση ως πλασματικού χρόνου του χρόνου των διδακτορικών σπουδών για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής των μελών Διδακτικού Εκπαιδευτικού προσωπικού (ΔΕΠ) των Πανεπιστημίων, των ΤΕΙ και της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΑΣΠΑΙΤΕ). Για τον διορισμό των προσώπων αυτών απαραίτητη προϋπόθεση είναι η κατοχή διδακτορικού τίτλου. Αυτό το γεγονός έχει ως αποτέλεσμα τη μετάθεση του χρονικού διαστήματος έναρξης της ασφάλισής τονς κατά πέντε (5) τουλάχιστον έτη αργότερα σε σύγκριση με άλλους δημόσιους λειτουργούς. Ο χρόνος αυτός, σε περίπτωση εξαγοράς του με καταβολή από τους ίδιους τους ασφαλισμένους των εισφορών τους, θα συνυπολογίζεται τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος όσο και για την προσαύξηση του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης τους. Σε περίπτωση που δεν γίνεται εξαγορά του, ο χρόνος αυτός θα υπολογίζεται μόνο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Και στις δύο περιπτώσεις, με ή χωρίς εξαγορά, ο χρόνος αναγνώρισης διδακτορικών σπουδών και μέχρι πέντε (5) έτη δεν λαμβάνεται υπόψη για τη συμπλήρωση του ορίου πλασματικών ετών που προβλέπει η παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 3865/2010 (Α’ 120) και η παρ. 6 του άρθρου 40 του ν. 3996/2011 (Α’ 170).
Η δυνατότητα αυτή ικανοποιεί χρόνιο αίτημα των μελών ΔΕΠ, οι οποίοι διορίζονταν με καθυστέρηση στο δημόσιο και ο χρόνος πραγματοποίησης των διδακτορικών τους σπουδών ήταν μη αξιοποιήσιμος συνταξιοδοτικά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΛΟΙΠΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 21
Παράταση ασφαλιστικής ικανότητας τέκνων θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου
Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται η χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας στα δικαιούχα σύνταξης τέκνα θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου ακόμα και μετά το 24ο έτος της ηλικίας τους και όχι αργότερα από τη συμπλήρωση του 35ου έτους της ηλικίας τους.
Άρθρο 22
Αναστολή καταβολής εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για τους πληγέντες από τις πυρκαγιές της 23ης και 24ης Ιουλίου 2018
Με την προτεινόμενη ρύθμιση παρατείνονται οι προβλεπόμενες προθεσμίες της παρ. 1 του άρθρου 10 της από 26.7.2018 ΠΝΠ (Α’ Ί38) για όσα από τα πρόσωπα έχουν ήδη μέχρι την έναρξη ισχύος της διάταξης υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής της. Η παράταση αυτή κρίνεται αναγκαία προκειμένου να στηριχθούν οι πληγέντες και να αντιμετωπιστούν οι επιτακτικές ανάγκες των επιχειρήσεων, εργοδοτών και ασφαλισμένων που προέκυψαν από τις καταστροφικές πυρκαγιές της 23 και 24 Ιουλίου 2018.
Άρθρο 23
Πράξεις και συναλλαγές για τις οποίες απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας
Με την προτεινόμενη διάταξη επιχειρείται για πρώτη φορά η ενιαιοποίηση των ποικίλων και διαφορετικών, ανά πρώην φορέα, προϋποθέσεων χορήγησης και πράξεων για τις οποίες απαιτούνταν η προσκόμιση της ασφαλιστικής ενημερότητας για μισθωτούς και μη μισθωτούς ασφαλισμένους. Στα πλαίσια ενοποίησης των πρώην φορέων κύριας ασφάλισης σε έναν ενιαίο φορέα τον ΕΦΚΑ καθώς των πρώην φορέων επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής σε έναν ενιαίο φορέα το ΕΤΕΑΕΠ, η οποίο πραγματοποιήθηκε ολοκληρωτικά με τον νόμο 4387/2016 (Α’85), καθίσταται πλέον αναγκαία και η ενιαιοποίηση των κανόνων και των προϋποθέσεων χορήγησης ασφαλιστικής ενημερότητας για όλους τους ασφαλισμένους, φυσικά και νομικά πρόσωπα με ενιαίους κανόνες και όρους για όλους.
Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζονται οι πράξεις για τις οποίες απαιτείται η προσκόμιση ασφαλιστικής ενημερότητας από τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ. Σήμερα, αναφορικά με τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας του τ. ΙΚΑ ισχύει το άρθρο 2 του ν. 2556/1997 (Α’ 270) και η κατ’ εξουσιοδότηση αυτού υπ’ αριθμ. Φ.21/116/2000 (Β’ 839) υπουργική απόφαση, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. Φ.21/156/2001 (Β’ 287) υπουργική απόφαση, με τις οποίες προβλέπονται εκτενώς οι πράξεις για τις οποίες απαιτείται το αποδεικτικό ενημερότητας. Ήδη με την προτεινόμενη διάταξη επεκτείνετοτ και ενοποιείται το πλαίσιο των πράξεων που απαιτούνται για τη χορήγηση της ασφαλιστικής ενημερότητας σε ασφαλισμένους και των λοιπών εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
Άρθρο 24
Προϋποθέσεις χορήγησης αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας
Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζονται οι ενιαίες για όλους του ασφαλισμένους, μισθωτούς και μη μισθωτούς, φυσικά και νομικά πρόσωπα, προϋποθέσεις χορήγησης του αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας. Βασική προϋπόθεση παραμένει να είναι ο αιτών την χορήγησή της ασφαλιστικά ενήμερος σε ΕΦΚΑ και ΕΤΕΑΕΠ, όπως ειδικότερα ορίζεται στη διάταξη.
Άρθρο 25
Αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος
Με την διάταξη ρυθμίζεται ειδικότερα το θέμα της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής, όπου υπάρχουν οφειλές, σε περίπτωση μεταβίβασης ακινήτου ή σύστασης εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού. Με τη διάταξη αυτή αφενός διευκολύνεται η μεταβίβαση των ακινήτων, σε περιπτώσεις που υπήρχαν οφειλές, με τη δυνατότητα παρακράτησης μέρους ή και όλου του τιμήματος προς εξόφληση των οφειλών, σε περιπτώσεις που δεν υπήρχε καν προοπτική εκποίησης τους ή και σύστασης εμπράγματου δικαιώματος μέχρι σήμερα. Η ρύθμιση αυτή προτείνεται αφενός προς διευκόλυνση των ίδιων των ασφαλισμένων, λόγω απεμπλοκής της σχετικής διαδικασίας μεταβίβασης ή σύστασης εμπράγματου δικαιώματος και της μη συσσώρευσης των οφειλών τους, αφετέρου προς διασφάλιση του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ με την μείωση του κινδύνου απώλειας περιουσιακών στοιχείων προς ικανοποίηση των οφειλών τους και με την αύξηση της εισπραξιμότητάς τους.
Άρθρο 26
Αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για μεταβίβαση αυτοκινήτου Δ.Χ.
Με την προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας για την μεταβίβαση Δ.Χ. αυτοκινήτου. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο π.δ. 258/2005 (Α’ 316) για τη μεταβίβαση του Δ.Χ. αυτοκινήτου απαιτείται η προσκόμιση βεβαίωσης από τον ΟΑΕΕ περί πλήρους εξόφλησης των υποχρεώσεων του ασφαλισμένου από πάσης φύσεως οφειλές ανεξάρτητα αν αυτές έχουν κεφαλαιοποιηθεί ή καταβάλλονται σε δόσεις. Με την προτεινόμενη διάταξη η εν λόγω βεβαίωση αντικαθίσταται από την ασφαλιστική ενημερότητα, η οποία θα είναι η μόνη βεβαίωση από τους ασφαλιστικούς φορείς που θα απαιτείται πλέον. Επιπροσθέτως, με την πρόβλεψη χορήγησης βεβαίωσης οφειλής δίνεται για πρώτη φορά η δυνατότητα σε οφειλέτες να μεταβιβάσουν το Δ.Χ. αυτοκίνητο υπό όρους.
Προς αποφυγή δηλώσεων εικονικών τ.αημάτων εις βάρος της εισπραξιμότητας των ασφαλιστικών φορέων σε περίπτωση που το τίμημα δεν επαρκεί για να καλύψει την οφειλή, προβλέπεται διαδικασία διαπίστωσης της εγγύτητας του δηλούμενου τιμήματος προς την αντικειμενική αξία του κινητού, όπως αυτή θα εκτιμάται από τριμελή επιτροπή αποτελούμενη από υπαλλήλους της αρμόδιας υπηρεσίας Μεταφορών και Επικοινωνιών της οικείας Περιφέρειας. Η μεταβίβαση δεν ολοκληρώνεται σε περίπτωση που το δηλούμενο τίμημα έχει απόκλιση μεγαλύτερη από 10% από το ύψος της εκτιμώμενης κατά τα ανωτέρω αξίας του Δ.Χ. αυτοκινήτου.
Άρθρο 27
Αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για δανειοδότηση
Με τη διάταξη ρυθμίζεται ειδικότερα το θέμα της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας, όπου υπάρχουν οφειλές, σε περίπτωση σύναψης και ανανέωσης συμβάσεων δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων από τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα για ποσό άνω των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ. Ειδικότερα προβλέπεται η έκδοση υπουργικής απόφασης με την οποία θα καθοριστούν μεταξύ άλλων οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης του αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας στις παραπάνω περιπτώσεις δανειοδοτήσεις μέσω σχετικής πρόβλεψης στη δανειακή σύμβαση.
Άρθρο 28
Διάρκεια ισχύος αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας
Με την προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζεται το θέμα της διάρκειας ισχύος του αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας και της βεβαίωσης οφειλής. Ο καθορισμός των σύντομων προθεσμιών, όπως ίσχυαν και μέχρι τώρα, είναι προς όφελος των φορέων κοινωνικής ασφάλισης δεδομένου ότι διασφαλίζεται η εισπραξιμότητα των εισφορών και η αύξηση των εσόδων τους.
Άρθρο 29
Εξουσιοδοτικές διατάξεις – Έναρξη ισχύος
Με την προτεινόμενη διάταξη παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για να προσδιοριστούν με απόφασή του λεπτομέρειες για τη χορήγηση του αποδεικτικού ενημερότητας και της βεβαίωσης οφειλής, ενδεικτικά η διαδικασία χορήγησής του, τυχόν απαλλαγές από την υποχρέωση προσκόμισής τους και το περιεχόμενο τους.
Άρθρο 30
Έξοδα κηδείας ή αποτέφρωσης
Ο έντονος κατακερματισμός, η πολυνομία και, κατά συνέπεια, οι μεγάλες ανισότητες μεταξύ ασφαλισμένων και συνταξιούχων αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό -εκτός των άλλων- και στις παροχές εξόδων κηδείας που χορηγούεαν οι πρώην ασφαλιστικοί φορείς που με βάση το ν. 4387/2016εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τα έξοδα κηδείας, παρατηρούνται ανισότητες μεταξύ των πρώην φορέων όχι μόνο στα χορηγητέα ποσά αλλά και στους δικαιούχους. Ενδεικτικά το πρώην ΙΚΑ χορηγούσε ως έξοδα κηδείας 759 ευρώ, ο πρώην ΟΓΑ 800 ευρώ, ο πρώην ΟΑΕΕ 762 ευρώ στους άμεσα ασφαλισμένους και 1200 στους συνταξιούχους, ο Τομέας Ασθένειας Προσωπικού ΟΤΕ 1.570 ευρώ στους άμεσα ασφαλισμένους κο.ι 785 ευρώ στα έμμεσα μέλη, το Δημόσιο 1.000 ευρώ, το πρώην ΤΥΔΚΥ 1200 κοκ.
Παράλληλα, οι δικαιούχοι των εξόδων κηδείας διαφέρουν από πρώην φορέα σε πρώην φορέα. Έτσι, στο πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, στον πρώην ΟΓΑ και στον πρώην ΟΑΕΕ δικαιούχοι είναι μόνο οι άμεσα ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι (και όχι τα προστατευόμενα μέλη), ενώ σε άλλους πρώην φορείς (πρώην ΕΤΑΑ, πλην του Τομέα Δικηγόρων Επαρχιών, πρώην ΤΑΥΤΕΚΩ, πρώην ΕΤΑΠ- ΜΜΕ, Δημόσιο) δικαιούνται και τα έμμεσα μέλη με διαφορετικές προβλέψεις για τα δικαιούμενα ποσά.
Τέλος, διαφορετικές είναι οι προϋποθέσεις προκειμένου κάποιο πρόσωπο να δικαιωθεί των εξόδων κηδείας. Στο πρώην ΙΚΑ απαιτείται από τον άμεσα ασφαλισμένο η συμπλήρωση 120 ημερών ασφάλισης το προηγούμενο έτος ή το προηγούμενο δεκαπεντάμηνο, στον πρώην ΟΑΕΕ να είναι ενεργός ασφαλισμένος ή να μην έχει παρέλθει 1 έτος από τη διακοπή του επαγγέλματος κοκ.
Αποτέλεσμα των ανωτέρω είναι ασφαλισμένος π.χ. του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ με 8.000 ημέρες ασφάλισης που δεν έχει (π.χ. λόγω ανεργίας) συμπληρώσει τις απαιτούμενες 120 ημέρες ασφάλισης το προηγούμενο έτος, να μην δικαιούται εξόδων κηδείας.
Για την υπέρβαση των ανωτέρω ανισοτήτων και την ισότιμη αντιμετώπιση των ασφαλισμένων, συνταξιούχων του ΕΦΚΑ και των μελών των οικογενειών τους έναντι του κινδύνου του θανάτου, προτείνεται η παρούσα διάταξη με την οποία:
α) Ενιαιοποιούνται τα δικαιούμενα των εξόδων κηδείας ή αποτέφρωσης πρόσωπα, οι προϋποθέσεις και το ύψος του ποσού των εξόδων κηδείας. Ιδιαίτερη πρόβλεψη αποτελεί αυτή κατά την οποία τα έξοδα αυτά χορηγούνται και στα μέλη οικογένειας των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΕΦ ΚΑ.
β) Τίθεται ως ελάχιστη ενιαία ασφαλιστική προϋπόθεση για όλους τους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ η κατοχή ασφαλιστικής ικανότητας για παροχές υγειονομικής περίθαλψης (όπως προβλέπεται από άλλη διάταξη του νόμου αυτού κατά κανόνα χορηγείται με τη συμπλήρωση 50 ημερών ή 2 μηνών ασφάλισης κατά το προηγούμενο έτος ή κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο).
γ) Προβλέπεται η χορήγηση των εξόδων χωρίς ασφαλιστικές προϋποθέσεις στην περίπτωση θανάτου από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια.
δ) Προβλέπεται η έκδοση υπουργικής απόφασης για τον καθορισμό των δαπανών, των απαραίτητων δικαιολογητικών, της διαδικασία καταβολής των εξόδων και κάθε άλλου αναγκαίου σχετικού ζητήματος.
Άρθρο 31
Χορήγηση – παράταση ασφαλιστικής ικανότητας 2019-2020
Με την πρώτη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης προτείνεται η χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας για παροχές υγειονομικής περίθαλψης σε είδος για το χρονικό διάστημα 1.3.2019 έως 29.2.2020 με τη συμπλήρωση 50 ημερών ή δύο μηνών ασφάλισης είτε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος (2018) είτε κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο πριν από την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα αναφερόμενα στο άρθρο 23 του ν. 4529/2018.
Επιπλέον, με τη δεύτερη παράγραφο, χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα για το διάστημα από 1.3.2019 μέχρι 29.2.2020 χωρίς να απαιτείται η συμπλήρωση των απαιτούμενων ημερών ασφάλισης στους εργαζομένους στην επιχείρηση με την επωνυμία «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΡΟΧΑΙΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, στην Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος και στα Ναυπηγεία Ελευσίνας, στους αναβάτες ιπποδρομιών, στους μαθητευόμενοι αναβάτες και στους προπονητές δρομώνων ίππων, στα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως μισθωτοί βάσει αποκλειστικά του περ. 5′ της παρ. 3 του άρθρου 38 του ν. 4387/2016, στα πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής των παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 της από 26 Ιουλίου 2018 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 138), όπως αυτή κυρώθηκε με το ν. 4576/2018 (Α’ 196), καθώς και στα πρόσωπα που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 44 του ν. 4578/2018 (Α’ 200) υπουργικών αποφάσεων.
Παράταση της ασφαλιστικής ικανότητας οπό 1.3.2019 μέχρι 29.2.2020 προβλέπεται για τους ασφαλισμένους που έχουν κάνει χρήση των διατάξεων των περ. Α’, Β’ και Γ’ της υποπαρ. A3 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α’ 85) και της παρ. 7 του άρθρου 30 του ν. 4320/2015 (Α’ 29), τους ανέργους ηλικίας άνω των 29 και έως 55 ετών που έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 2768/1999 (Ά 273), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, και τους άνεργους ασφαλισμένου’; του πρώην ΟΑΕΕ ηλικίας άνω των 30 και έως 67 ετών, που διέκοψαν την άσκηση του επαγγέλματος τους. έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της παρ. 8 του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010 (Α’ 65), παραμένουν άνεργοι και ανασφάλιστοι και δεν έχουν οφειλές προερχόμενες από τον πρώην ΟΑΕΕ ή έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους και τηρείται η ρύθμιση.
Ειδικά στους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ και τα μέλη της οικογένειάς τους που έχουν οφειλές από ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές, εφόσον έχει εκδοθεί απόφαση από τις αρμόδιες επιτροπές οικονομικής αδυναμίας της παρ. 6 του άρθρου 14 του ν. 2458/1997 (Α’ 15), χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα για όσο χρονικό διάστημα ορίζεται από την απόφαση αυτή.
Τέλος, προτείνεται η τροποποίηση της παρ. 8 του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010 (Α’ 65), με την οποία δόθηκε η δυνατότητα απόκτησης ασφαλιστικής ικανότητας σε ασφαλισμένους του πρώην ΟΑΕ, που διέκοψαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα και παραμένουν άνεργοι, ηλικίας 30 έως 65 ετών, για δύο χρόνια από τη διακοπή της ασφάλισης. Με αυτήν την τροποποίηση, παρέχεται στα ανωτέρω πρόσωπα το δικαίωμα υγειονομικής περίθαλψης και για το διάστημα μεταξύ 65ου και μέχρι το 67ο έτος της ηλικίας τους, δεδομένου ότι το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΑΕΕ από το 65ο έτος της ηλικίας έχει ανέλθει στα 67 έτη.
Άρθρο 32
Αναγνώριση ως χρόνου ασφάλισης του χρόνου καταβολής του βοηθήματος των μη μισθωτών της παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011(Α’ 152)
Με την προτεινόμενη διάταξη προωθείται η δυνατότητα αναγνώρισης, μετά από σχετική αίτηση, ως πλασματικού χρόνου που προβλέπει ο ν. 2084/1992, όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 3996/2011, του χρόνου καταβολής του βοηθήματος της παρ. 2 του άρθρου 44 του ν.3986/2011 στους μη μισθωτούς, με τις ίδιες προϋποθέσεις και όρους, όπως αναγνωρίζεται και ο χρόνος της τακτικής και επιδοτούμενης από τον ΟΑΕΔ ανεργίας των μισθωτών. Δηλαδή, ο χρόνος αυτός δύναται να αναγνωρίζεται ως χρόνος πλασματικός για την θεμελίωσή του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, όχι όμως για την προσαύξηση του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης.
Η δυνατότητα αυτή ικανοποιεί αιτήματα μίας μεγάλης μερίδας ελεύθερων επαγγελματιών και αυταπασχολούμενων, οι οποίοι ελάμβαναν το παραπάνω βοήθημα για διάστημα μέχρι 9 μηνών αλλά ο χρόνος καταβολής του ήταν μη αξιοποιήσιμος συνταξιοδοτικά δεδομένου ότι η διάταξη του ν. 3996/2011 έκανε λόγο για χρόνο επιδοτούμενης και τακτικής ανεργίας των μισθωτών και όχι των μη μισθωτών.
Άρθρο 33
Ρυθμίσεις για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα
Με τη ρύθμιση αυτή επιμηκύνεται από 10 ή 13 σε 17 χρόνια το χρονικό διάστημα στο οποίο πρέπει να έχουν συμπληρωθεί οι 1.000 εκ των 3.600 απαιτούμενων ημερών εργασίας σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα (ΒΑΕ) από συνολικό χρόνο ασφάλισης 4.500 ημερών ή 15 ετών, για ασφαλισμένους μέχρι 31.12.1992, προκειμένου οι εργαζόμενοι που απασχολούνται σε αυτά τα επαγγέλματα να θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, μέχρι τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση οριζόμενου ορίου ηλικίας ή μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Επίσης ορίζεται πως σε κάθε περίπτωση συνταξιοδότησης με βάση τις διατάξεις του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων ή με άλλες ειδικές διατάξεις όπου απαιτείται η πραγματοποίηση 1.000 ή 500 ημερών ασφάλισης εντός των τελευταίων δεκατριών χρόνων πριν τη συμπλήρωση του εκάστοτε οριζόμενου ορίου ηλικίας, το χρονικό αυτό διάστημα επιμηκύνεται σε δέκα επτά έτη (17) έτη.
Σημειωτέον ότι, για τους άνδρες ασφαλισμένους, τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησής τους στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, ως προσδιορίζονται σύμφωνα με την υποπαρ. ΙΑ 4 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, έχουν αυξηθεί κατά δύο έτη από το 2013 και εξής και συγκεκριμένα απαιτείται η συμπλήρωση του 60ου έτους της ηλικίας τους μέχρι την 31.12.2012 και του 62ου έτους από 1.1.2013 και εφεξής, ενώ για τις γυναίκες το αντίστοιχο όριο ηλικίας συνταξιοδότησής τους διαμορφώνεται τελικά, σύμφωνα και με την υποπαρ. ΙΑ 4 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 και με την παρ. 16 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010, στο 55ο έτος της ηλικίας για όσες συμπληρώνουν τον συντάξιμο χρόνο του προηγούμενου εδαφίου το 2010, στο 56ο έτος για όσες συμπληρώνουν το συντάξιμο χρόνο το 2011, το 57ο έτος το 2012 και το 62ο έτος από 1.1.2013 και εφεξής. Προς όφελος των ασφαλισμένων, δίνεται η δυνατότητα συνταξιοδότησης στα ΒΑΕ, εφόσον η πλήρωση της προϋπόθεσης της πραγματοποίησης 1000 τουλάχιστον ημερών εργασίας στα ΒΑΕ έχει συντελεστεί μέχρι και την συμπλήρωση των απαιτούμενων ορίων ηλικίας ή μέχρι την ημερομηνία της εκ μέρους τους υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης. Η ίδια επιμήκυνση προβλέπεται και για κάθε άλλη περίπτωση συνταξιοδότησης με βάση τις διατάξεις του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων ή με άλλες ειδικές διατάξεις όπου απαιτούνταν η πραγματοποίηση 1.000 ή 500 ημερών ασφάλισης εντός των τελευταίων δέκα ή δεκατριών χρόνων πριν τη συμπλήρωση του εκάστοτε οριζόμενου ορίου ηλικίας.
Συμπερασματικά, με την ως άνω χρονική επιμήκυνση δίνεται η ευκαιρία συνταξιοδότησης σε περισσότερους εργαζομένους σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, αφού πλέον απαιτείται οι συγκεκριμένες ημέρες εργασίας να έχουν πραγματοποιηθεί εντός μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος από το αρχικώς προβλεπόμενο. Η εν λόγω τροποποίηση υπαγορεύεται από την ανάγκη εναρμόνισης του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου για τη συνταξιοδότηση στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα με τις δυσκολίες στην απασχόληση που αντιμετώπισαν οι εργαζόμενοι στα άνω επαγγέλματα κατά το προγενέστερο διάστημα. Αντισταθμιστικά, συνεπώς, τούτου, με την αντικατάσταση της υφιστάμενης διάταξης προβλέπεται η τετραετής επέκταση του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου απαιτείται η συμπλήρωση, των 1.000 ή 500 ημερών εργασίας του ασφαλισμένου (και για την κατηγορία των οικοδόμων που διέπονταν από ειδικότερο νομοθετικό πλαίσιο) στα βαρέα και ανθυγιεινά ως προϋπόθεση συνταξιοδότησης αυτού, ενώ ταυτόχρονα παρέχεται η δυνατότητα συμπλήρωσης των απαιτούμενων προϋποθέσεων εκ μέρους των ασφαλισμένων σε ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα μέχρι και το χρόνο της εκ μέρους του υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης.
Άρθρο 34
Ημερομηνία καταβολής μηνιαίων κύριων συντάξεων ΕΦΚΑ
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 4144/2013 (Α’ 88), ως ημερομηνία καταβολής των μηνιαίων συντάξεων του ΕΦΚΑ ορίζεται η προτελευταία εργάσιμη ημέρα του προηγούμενου μήνα και η πρώτη εργάσιμη ημέρα του μήνα για τις συντάξεις του πρώην ΟΑΕΕ και πρώην ΟΓΑ. Σε περίπτωση που για σοβαρούς λόγους οι παραπάνω ημερομηνίες επιβάλλεται να διαφοροποιηθούν, απαιτείται η έκδοση απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών.
Για επίσπευση της διαδικασίας καταβολής των μηνιαίων συντάξεων, προτείνεται η θέσπιση της διάταξης αυτής ώστε οι κύριες συντάξεις να καταβάλλονται την ίδια ημερομηνία για όλους τους συνταξιούχους και όποια διαφοροποίηση των ημερομηνιών καταβολής τους, για εξαιρετικές περιπτώσεις, να γίνεται μετά από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΦΚΑ και έγκριση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Άρθρο 35
Έναρξη και λήξη υπαγωγής στην ασφάλιση ιδιοκτητών, χρηστών και εκμεταλλευτών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσης
Σύμφωνα με το άρθρο 55 του ν. 4387/2016, οι ασφαλισμένοι των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων, κλάδων, τομέων και λογαριασμών, καθώς και του Δημοσίου, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτών, όπως ισχύουν, εκτός των όσων ορίζει με τις διατάξεις του ο ανωτέρω νόμος. Με το άρθρο 9 του π.δ. 258/2005 η έναρξη της ασφάλισης ειδικά για τους ιδιοκτήτες χρήστες και εκμεταλλευτές Δ.Χ. αυτοκινήτων αρχίζει από την ημέρα που αποκτούν αυτήν την ιδιότητα, ενώ για τους ιδιοκτήτες από κληρονομικό δικαίωμα αρχίζει μετά την παρέλευση εννέα μηνών από την ημερομηνία θανάτου. Αντίστοιχα, ως ημερομηνία διακοπής λαμβάνεται η ημέρα κατά την οποία ο ιδιοκτήτης, χρήστης ή εκμεταλλευτής αποξενώνεται από το Δ.Χ. αυτοκίνητο (άρθρο 11 του Π.Δ.258/2005).
Στο πλαίσιο των ενιαίων κανόνων που θέτει ο ν. 4387/2016 για το σύνολο των ασφαλισμένων και συνταξιούχων όλων των φορέων που εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ, κρίνεται σκόπιμη η εναρμόνιση της έναρξης και λήξης της υπαγωγής στην ασφάλιση της ανωτέρω κατηγορίας ασφαλισμένων με τα ισχύοντα για τους λοιπούς μη μισθωτούς ασφαλισμένους.
Συγκεκριμένα ορίζεται ρητά ως ημερομηνία έναρξης ασφάλισης στον ΕΦΚΑ η πρώτη ημέρα του μήνα έναρξης της ασφαλιστέας ιδιότητας, όπως αυτή προκύπτει από τη βεβαίωση έναρξης εργασιών της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., και ως ημερομηνία διακοπής της ασφάλισης η τελευταία ημέρα του μήνα διακοπής άσκησης της δραστηριότητας, όπως αυτή προκύπτει από τη βεβαίωση διακοπής εργασιών της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.
Επιπλέον, προβλέπεται και η αντιμετώπιση περιπτώσεων ασφαλισμένων, οι οποίοι έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Π.Δ.258/2005. Σε αυτούς δίνεται η δυνατότητα σε εύλογο χρονικό διάστημα να συνεχίσουν στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ προαιρετικά.
Άρθρο 36
Συντάξιμες αποδοχές πρ. ΤΣΕΥΠ-Α, ΤΣΕΥΠ-Θ και ιδιοκτητών εφημερίδων (πρ. ΕΤΑΠ-ΜΜΕ) για το διάστημα 1.1.2002-31.12.2016
Με το ν. 4387/2016, για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, χρησιμοποιούνται οι συντάξιμες αποδοχές του ασφαλισμένου, οι οποίες για τους μεν μισθωτούς είναι ο μέσος όρος μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου, για τους δε ελεύθερους επαγγελματίες το εισόδημα που υπόκειται σε εισφορές καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου. Ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη ο μέσος μηνιαίος μισθός – εισόδημα κατά τις ειδικότερες λοιπές προβλέψεις που προκύπτει από το έτος 2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.
Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζονται οι συντάξιμες αποδοχές από 1.1.2002 έως και την 31.12.2016 που θα χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, σύμφωνα με το ν. 4387/2016, για τις κατωτέρω κατηγορίες ασφαλισμένων, με σκοπό την άμεση έκδοση συνταξιοδοτικών αποφάσεων αυτών των κατηγοριών. Οι κατηγορίες ασφαλισμένων που εντάσσονται στην προτεινόμενη διάταξη είναι οι ασφαλισμένοι στο πρώην ΕΤΑΠ-ΜΜΕ και ειδικότερα στους πρώην Τομείς: α) Σύνταξης και Πρόνοιας Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών (πρώην ΤΣΕΥΠ Αθηνών), β) Σύνταξης Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Θεσσαλονίκης (πρώην ΤΣΕΥΠ Θεσσαλονίκης) και γ) Ασφάλισης Ιδιοκτητών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης (πρώην ΤΣΠΕΑΘ Ιδιοκτήτες).
Άρθρο 37
Προσαύξηση συντάξεων σε περίπτωση εργατικών ατυχημάτων ή επαγγελματικής νόσου
Με την εν λόγω διάταξη προβλέπεται η άμεση καταβολή εξ ολοκλήρου της θετικής προσωπικής διαφοράς μεταξύ του καταβαλλόμενου ποσού σύνταξης και αυτού που προκύπτει βάσει των κανόνων επανυπολογισμού του ν. 4387/2016 στους δικαιούχους σύνταξης λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου. Η θέσπιση αυτής της διάταξης κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να ενισχυθεί η ευαίσθητη αυτή κατηγορία ασφαλισμένων που λόγω των ειδικών συνθηκών απονομής της σύνταξής τους, έχουν αυξημένες οικονομικές ανάγκες. Με αυτόν τον τρόπο οι ευεργετικές ρυθμίσεις του ν. 4387/2016 έχουν άμεση εφαρμογή για την ευαίσθητη αυτή κοινωνική ομάδα εφόσον επέρχεται ταχύτερα η συνολική αύξηση της καταβαλλόμενης σύνταξής τους στο ποσό το οποίο προκύπτει από τους νέους κανόνες υπολογισμού των συντάξεων.
Άρθρο 38
Διεύρυνση των υπαγόμενων κατηγοριών ασφαλισμένων στο ΤΜΕΔΕ
Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 της υπ’ αριθμ. Φ.80000/οικ.58192/2153/22.12.2016 (Β’ 4214) απόφαση της Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μέλη του ΤΜΕΔΕ είναι οι εγγεγραμμένοι στο TEE μηχανικοί, οι εξομοιούμενοι προς αυτούς μηχανικοί, υπομηχανικοί, εξομοιούμενοι απόφοιτοι ΤΕΙ, οι εργολήπτες δημοσίων έργων, «καθώς και πρόσωπα που ασχολούνται κατά κύριο λόγο με μελέτες, έρευνες, έλεγχο μελετών, επιβλέψεις, παροχές συμβουλευτικών υπηρεσιών και διοίκηση τεχνικών ή αναπτυξιακών έργων ή άλλες συναφείς υπηρεσίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, κατόπιν αίτησης υπαγωγής τους». Μέχρι τώρα, αίτηση υπαγωγής υποβάλλουν μόνο ασφαλισμένοι στο πρ. ΤΣΜΕΔΕ, χωρίς να δίνεται η δυνατότητα σε πρόσωπα που δεν ασφαλίζονται στο πρ. ΤΣΜΕΔΕ να υπαχθούν στο ΤΜΕΔΕ, ακόμη και έχουν ως κύριο αντικείμενο τα τεχνικά έργα.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν πρόσωπα που ασχολούνται κατά κύριο λόγο με μελέτες, έρευνες, έλεγχο μελετών, επιβλέψεις, παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και διοίκηση τεχνικών ή αναπτυξιακών έργων ή άλλες συναφείς υπηρεσίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, όπως π.χ. μεταξύ άλλων, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, γεωτέχνες και δασολόγοι, οι οποίοι δεν υπάγονταν στην ασφάλιση του Τομέα ΤΣΜΕΔΕ του πρ. ΕΤΑΑ και έτσι δεν έχουν τη δυνατότητα να υπαχθούν στη λειτουργία Εγγυοδοσίας και Πιστοδοσίας του ΤΜΕΔΕ, παρόλο που αποτελούν συντελεστές στη διαδικασία ανάθεσης και ανάληψης έργων και μελετών δημοσίου συμφέροντος, κυρίως μέσω των εκάστοτε αναθετουσών αρχών που τα προκηρύσσουν.
Δεδομένου ότι πλέον υπάρχει ένας Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, δεν υπάρχει λόγος διάκρισης των κατηγοριών που υπάγονται στο ΤΜΕΔΕ με βάση το φορέα προέλευσης. Λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της ίσης μεταχείρισης των ασφαλισμένων, με τη διάταξη αυτή δίνεται η δυνατότητα σε πρόσωπα που διαθέτουν εργοληπτικό ή μελετητικό πτυχίο από την αρμόδια Διεύθυνση Μητρώου Δ.15 του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών ή την εκάστοτε αρμόδια αρχή να υπαχθούν στο ΤΜΕΔΕ και να αξιοποιήσουν τις παροχές εγγυοδοσίας και πιστοδοσίας που αυτό προσφέρει. Με την υπαγωγή τους στο ΤΜΕΔΕ αυτή η κατηγορία ασφαλισμένων εξομοιώνεται με τους υπόλοιπους επαγγελματίες με τα ίδια προσόντα που απασχολούνται σε τεχνικά έργα.
Άρθρο 39
Συμψηφισμός αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών με δικαιούμενα ποσά
Με την προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζονται περιπτώσεις στις οποίες επέρχεται αναδρομική ανατροπή των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων και αναζητούνται σημαντικά ποσά από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές. Έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις στις οποίες, αν δεν είχε προηγηθεί η χορήγηση της αχρεωστήτως καταβληθείσας παροχής, ο ασφαλισμένος θα μπορούσε να υποβάλει αίτηση για μία άλλη παροχή, η οποία δεν σωρεύεται όμως με την τότε καταβληθείσα. Η αναδρομική ανατροπή της χορήγησης της παροχής και η αναζήτηση ως αχρεωστήτως καταβληθέντων των χορηγούμενων επί πολλά έτη ποσών, χωρίς τη δυνατότητα υποβολής αίτησης για αναδρομική καταβολή ποσών από άλλη αιτία, εγκλωβίζει τους ασφαλισμένους σε μία κατάσταση οφειλής υπέρογκων ποσών και τους αποστερεί την απόληψη οποιασδήποτε άλλης παροχής λόγω των οφειλών τους. Αυτή η αιφνιδιαστική ανατροπή της υφιστάμενης κατάστασης αντίκειται στους κανόνες της χρηστής διοίκησης, την αρχή της αναλογικότητας αλλά και τη θεμελιώδη αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αρχές οι οποίες έχουν συνταγματική ισχύ και διατρέχουν και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η προτεινόμενη διάταξη επιδιώκει την αποκατάσταση της ισορροπίας σε αυτές τις περιπτώσεις, ώστε η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών να αντισταθμίζεται από τη χορήγηση αναδρομικά των ποσών που θα είχαν αναζητηθεί αν δεν είχε μεσολαβήσει η καταβολή των αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.
Άρθρο 40 Παρακράτηση οφειλών από σύνταξη
Με την πρώτη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης ορίζεται ότι το σύνολο της οφειλής του υποψήφιου συνταξιούχου δύναται να συμψηφίζεται ή να παρακρατείται από τα ποσά των συντάξεων σε ίσες μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να είναι περισσότερες από σαράντα (40) για τις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος ή λόγω θανάτου και περισσότερες από εξήντα (60) για τις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας. Η πρώτη δόση παρακρατείται από τον πρώτο μήνα απονομής της σύνταξης.
Με την δεύτερη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης επιλύεται το πρόβλημα της αδυναμίας συνταξιοδότησης ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ, οι οποίοι αιτούνται σύνταξη αναπηρίας ορισμένου χρόνου, πληρούν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, πλην όμως έχουν οφειλές στον φορέα που δεν δύνανται να εξοφληθούν από τη συνταξιοδοτική παροχή λόγω του περιορισμένου χρόνου καταβολής της.
Προβλέπεται, λοιπόν, ότι το ποσό της μηνιαίας δόσης, η οποία παρακρατείται προς εξόφληση των οφειλών ασφαλισμένων υποψήφιων συνταξιούχων λόγω αναπηρίας με αναπηρία ορισμένου χρόνου, ανεξαρτήτως της διάρκειας αυτής, προκύπτει από τη διαίρεση του οφειλόμενου ποσού με τον ως άνω μέγιστο αριθμό δόσεων. Στην περίπτωση που μετά από νέα υγειονομική κρίση παραταθεί εκ νέου το δικαίωμα σε σύνταξη αναπηρίας για ορισμένο χρόνο, ανεξαρτήτως διάρκειας αυτού, αλλά με συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας μικρότερο της προηγούμενης υγειονομικής κρίσης , το ποσό της μηνιαίας δόσης επανυπολογίζεται με τον ίδιο ως ανωτέρω τρόπο. Στην περίπτωση που το δικαίωμα δεν παραταθεί, το υπόλοιπο της οφειλής, όπως η οφειλή είχε προσδιοριστεί κατά την ημερομηνία της αίτησης συνταξιοδότησης, γνωστοποιείται στον οφειλέτη και αναζητείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Άρθρο 41
Εισφορά υπέρ συλλογικών οργάνων συνταξιούχων
Με το άρθρο 102 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) προβλέφθηκε η παρακράτηση από τις κύριες συντάξεις ποσού 0,20 ευρώ για την οικονομική ενίσχυση των συλλογικών οργάνων των συνταξιούχων. Με την προτεινόμενη ρύθμιση βελτιώνεται η διαδικασία παρακράτησης και χορήγησης των ποσών με την πρόβλεψη καθορισμού των κριτηρίων, βάσει των οποίων μία οργάνωση θα δύναται να επιχορηγηθεί, καθώς και των κριτηρίων σύμφωνα με τα οποία τα συγκεντρωθέντα ποσά θα διανέμονται μεταξύ των δικαιούχων οργανώσεων.
Οι προς κατανομή οργανώσεις θα ορίζονται βάσει των κριτηρίων με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η ενίσχυση καταβάλλεται μέσω του ΕΦΚΑ και τα ποσά θα χρησιμοποιούνται από τις συνταξιουχικές οργανώσεις για τη κάλυψη λειτουργικών δαπανών, όπως δαπάνες στέγασης, λογαριασμοί κοινής ωφέλειας, μισθοδοσία προσωπικού, έξοδα για την έκδοση εντύπων ενημερωτικών μέσων καθώς και για την εν γένει ενίσχυσή τους και τη κάλυψη εξόδων για ανάπτυξη πολιτιστικών, κοινωνικών και πνευματικών δραστηριοτήτων προς όφελος των συνταξιούχων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΦΟΡΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Άρθρο 42 Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΤΕΑΕΠ
Με την προτεινόμενη διάταξη απαλείφεται το εδάφιο που όριζε ότι οι Υποδιοικητές του ΕΤΕΑΕΠ μετέχουν στο Διοικητικό Συμβούλιο αυτού χωρίς δικαίωμα ψήφου στις συνεδριάσεις του άνω οργάνου. Με τον τρόπο αυτό, δίνεται η δυνατότητα ψήφου στους Υποδιοικητές και άρα ενεργούς συμμετοχής τους στις συνεδριάσεις, με ενίσχυση των αποφασιστικών τους αρμοδιοτήτων σε ζητήματα που η ψήφος τους δύναται να έχει αυξημένη βαρύτητα για το αποφασίζον όργανο λόγω και της ιδιότητάς τους. Ταυτόχρονα, μέσω της αύξησης των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που έχουν δικαίωμα ψήφου, ενισχύεται η αρτιότερη διαμόρφωση κρίσης για τα τιθέμενα θέματα ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του εν λόγω φορέα.
Άρθρο 43
Τροποποιήσεις Οργανογράμματος ΕΦΚΑ
Με τις προτεινόμενες διατάξεις προβλέπονται τροποποιήσεις στο Οργανόγραμμα του ΕΦΚΑ με σκοπό την αποτελεσματική λειτουργία του. Ειδικότερα με την παρ. 1 της προτεινόμενης διάταξης προβλέπεται με ισχύ από 23.1.2019 (ημερομηνία δημοσίευσης του π.δ. 8/2019, Α’ 8) η συνέχιση της άσκησης των αρμοδιοτήτων των ανταποκριτών του ΟΓΑ για θέματα ασφάλισης, συνταξιοδότησης και παροχών των αγροτών μέχρι την έναρξη των Περιφερειακών Υπηρεσιών Συντονισμού και Υποστήριξης και των Τοπικών Υπηρεσιών του ΕΦΚΑ. Με τις λοιπές παραγράφους της προτεινόμενης ρύθμισης αποσαφηνίζονται ζητήματα αρμοδιοτήτων μεταξύ Διευθύνσεων και Τμημάτων του ΕΦΚΑ για την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη διενέργεια της διαδικασίας εκκαθάρισης, ενταλματοποίησης και πληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ), που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ. Για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των αιτημάτων συνταξιοδότησης και χορήγησης παροχών των ναυτικών συστήνεται στην Τοπική Διεύθυνση Α’ Πειραιώς με έδρα τον Πειραιά ειδικό Τμήμα Συντάξεων και Παροχών Ναυτικών και προσδιορίζονται οι αρμοδιότητες αυτού. Τέλος, επέρχονται βελτιώσεις νομοτεχνικής φύσης.
Άρθρο 44
Με τη διάταξη της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4578/2018 (Α’ 200) ορίστηκε η διαδικασία εκκαθάρισης και πληρωμής από τον ΕΦΚΑ των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ προς τα φαρμακεία, λοιπούς συμβεβλημένους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας, φαρμακευτικές εταιρείες, προμηθευτές υγειονομικού και λοιπού υλικού κλπ., καθώς και προς ασφαλισμένους των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. Με την προτεινόμενη διάταξη αποσαφηνίζεται, από την έναρξη ισχύος της προαναφερόμενης διάταξης, ότι από τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του κλάδου υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ), που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ, παραμένουν και εκκαθαρίζονται από τον ΕΟΠΥΥ οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του πρώην ΟΠΑΔ/Τομέας Ασφαλισμένων Δημοσίου, πρώην Οίκου Ναύτου και πρώην Τ ΑΥΤΕ ΚΩ, όπως είχε ήδη ρυθμιστεί σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 52 του ν. 4430/2016 (Α’ 205), η οποία είχε αντικατασταθεί με την περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 97 του ν. 4486/2017 (Α’115) και ακολούθως με την παρ. 2 του άρθρο 17 του ν. 4529/2018 (Α’ 56).
Άρθρο 45
Ενίσχυση και προστασία των ελεγκτικών μηχανισμών του ΕΦΚΑ
Με την εν λόγω διάταξη επιχειρείται η ολοκλήρωση της θεσμικής εξομοίωσης όλων των τηρούμενων ελεγκτικών μηχανισμών του ΕΦΚΑ, στους οποίους περιλαμβάνονται τόσο τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα Ασφάλισης (ΠΕΚΑ), που συστάθηκαν με τον ν. 4387/2016 (Α’ 85), όσο και υπάλληλοι του ΕΦΚΑ, που μπορεί κατά περίπτωση να έχουν και ελεγκτικές αρμοδιότητες (άρθρο 34 του π.δ. 8/2019, Α’ 8).
Ως εκ τούτου, και καθώς όλοι αδιακρίτως οι ελεγκτές παράγουν ελεγκτικό έργο της ίδιας βαρύτητας, αξίας και κυρίως του ίδιου, αυξημένου βαθμού δυσκολίας, κρίνεται σκόπιμο, για λόγους ίσης μεταχείρισης, να χαίρουν με ρητή νομοθετική πρόβλεψη της ίδιας θεσμικής προστασίας. Σε αυτή, προεξέχουσα θέση έχει ειδικότερα η παρεχόμενη νομική τους κάλυψη, ενώ ιδιαίτερα σημαντικές κρίνονται και οι επιμέρους διευκολύνσεις επί του έργου τους, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 33 του ν. 4578/2018 (Α’ 200).
Επιπλέον, στο πλαίσιο του ανωτέρω προπεριγραφέντος πνεύματος, κρίνεται σκόπιμη η διεύρυνση, και άρα ενίσχυση, της ουσιαστικής προστασίας των ελεγκτικών μηχανισμών του ΕΦΚΑ, μέσω της ειδικότερης νομοθετικής πρόβλεψης για την εξαίρεσή τους από την αυτόφωρη διαδικασία καθώς και την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παρεμπόδισης των ελέγχων τους, όπως αυτές θεσμοθετούνται με τα άρθρα 61 και 62 του παρόντος νόμου. Με τις πρόσθετες αυτές προβλέψεις ενισχύεται ακόμη περισσότερο το ιδιαιτέρως απαιτητικό έργο που καλούνται να φέρουν σε πέρας όλα τα ως άνω πρόσωπα. Κατά συνέπεια, καθίσταται ευχερέστερος και ακόμη πιο αποτελεσματικός ο διενεργούμενος εκ μέρους τους έλεγχος που σκοπεί στον επί της ουσίας έλεγχο της παραβατικότητας μέσω της ριζικής αντιμετώπισης των φαινομένων παραβίασης της ασφαλιστικής νομοθεσίας.
Άρθρο 46
Μετάταξη ή απόσπαση υπαλλήλων του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις παρατείνεται μέχρι και την 31.12.2019 η νομοθετική πρόβλεψη ότι για την έκδοση κάθε απόφασης μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 4440/2016 (Α’ 224), απαιτείται η προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Άρθρο 47
Δαπάνες αμοιβής απασχολούμενων σε κτίρια του NAT
Με τη διάταξη διευκρινίζεται ότι εκ των δαπανών συντήρησης των κτιρίων του NAT, που περιήλθαν στον ΕΦΚΑ, αυτές που αφορούν δαπάνες αμοιβής των απασχολουμένων σε αυτά, σε υπηρεσίες φύλαξης και καθαριότητας προσώπων και φέρουν αντίστοιχο ΚΑΕ πληρωμής κοινοχρήστων δαπανών, δεν βαρύνουν τον ΕΦΚΑ, αλλά εξακολουθούν να βαρύνουν το NAT. Το ανωτέρω δικαιολογείται λόγω της ιδιαίτερης νομικής φύσης των συμβάσεων που συνήψαν τα εν λόγω πρόσωπα, θυρωροί και καθαρίστριες, με το NAT. Η ως άνω ιδιομορφία ενισχύεται και από το ιδιαίτερο νομικό καθεστώς πληρωμής των ανωτέρω προσώπων, που διέρχεται μέσω πίστωσης ΚΑΕ κοινοχρήστων δαπανών δυνάμει εξαιρετικής διάταξης που ενυπήρχε στην παρ. 1 του άρθρου 7 του π.δ. 216/1999 (Α’ 184), σύμφωνα με την οποία στην αρμοδιότητα του Τμήματος Εκμετάλλευσης Ακινήτων ήταν και «η κατανομή κοινοχρήστων δαπανών και ακινήτων του NAT, καθώς και η πρόσληψη και ασφάλιση του προσωπικού αυτού».
Λόγω των νομικών δυσχερειών και δεδομένης της μη διακοπής των παρεχόμενων εκ μέρους των ανωτέρω προσώπων υπηρεσιών φύλαξης και καθαριότητας, με την ως άνω διάταξη ορίζεται ρητώς ότι οι δαπάνες αμοιβής αυτών των προσώπων εξακολουθούν να βαραίνουν το NAT, απαλλασσόμενες από τυχόν τέλη, προσαυξήσεις και επιβαρύνσεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε
ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 48
Βάσιμος λόγος απόλυσης
Με το άρθρο πρώτο του ν. 4359/2016 (Α’ 5) κυρώθηκε ο Αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης (ΑνΕΚΧ), ο οποίος έχει αποκτήσει, από την κύρωσή του, αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοινών νόμων, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος.
Μεταξύ των κυρωθεισών διατάξεων συγκαταλέγονται και αυτές του άρθρου 24, σύμφωνα με τις οποίες η διασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος προστασίας των εργαζομένων σε περιπτώσεις λύσης της σχέσης εργασίας περιλαμβάνει το δικαίωμα όλων των εργαζομένων να μη λύεται η εργασιακή τους σχέση χωρίς βάσιμο λόγο που να συνδέεται με την ικανότητα ή τη συμπεριφορά τους ή να ερείδεται στις λειτουργικές απαιτήσεις της επιχείρησης, της εγκατάστασης ή της υπηρεσίας.
Με την ως άνω διάταξη εισήχθη ευθέως στο ελληνικό δίκαιο η αρχή της αντικειμενικά δικαιολογημένης καταγγελίας για βάσιμο λόγο, ο οποίος συνδέεται είτε με τη συμπεριφορά ή τις ικανότητες του εργαζομένου είτε με τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης. Σύμφωνα δε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων (ΕΕΚΔ), το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ καθιερώνει εξαντλητικά τους λόγους, για τους οποίους ο εργοδότης δύναται να λύσει νόμιμα μια εργασιακή σχέση (ΕΕΚΔ, Δήλωση για την ερμηνεία του άρθρου 24, Συμπεράσματα 2003). Διαφορετικά, η απόλυση θεωρείται αθέμιτη (ΕΕΚΔ, Συμπεράσματα 2003, Βουλγαρία και ΕΕΚΔ, Συμπεράσματα 2016, Λετονία).
Σε περίπτωση καταγγελίας δίχως βάσιμο λόγο, το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ προβλέπει το δικαίωμα των εργαζομένων σε επαρκή αποζημίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση. Μάλιστα, κατά τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων, η αποζημίωση ή επανόρθωση θα πρέπει αφενός να έχει αρκούντως αποτρεπτικό χαρακτήρα και αφετέρου να επανορθώνει σε σημαντικό βαθμό τη βλάβη που υπέστη ο εργαζόμενος από την παράνομη απόλυσή του, για το διάστημα από την καταγγελία της εργασιακής σχέσης έως τη διάγνωση της ακυρότητας (ΕΕΚΔ, Συμπεράσματα 2016, Λιθουανία).
Υπό το ανωτέρω πλαίσιο, το δικαίωμα σε επαρκή αποζημίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση, κατά την έννοια του άρθρου 24 του ΑνΕΚΧ, δεν θα πρέπει να συγχέεται με την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης βάσει του ν. 2112/1920 (Α’ 67) και του ν. 3198/1955 (Α 98). Η τελευταία δεν συνιστά κύρωση για την περίπτωση παράνομης απόλυσης, όπως αξιώνει το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ, αλλά αναφέρεται σε περιπτώσεις νόμιμης απόλυσης και συνιστά εν ευρεία εννοία αντάλλαγμα παρασχεθείσας εργασίας που έχει ως σκοπό -μεταξύ άλλων- να επιστρέψει στον εργαζόμενο μέρος της γενικότερης ωφέλειας που αυτός κατέλιπε στην επιχείρηση με την προσφορά της εργασίας του.
Συναφώς έχει νομολογηθεί ότι η νομοθετικά προβλεπόμενη ακυρότητα της απόλυσης που δεν στηρίζεται σε βάσιμο λόγο και συνακόλουθα η αξίωση αποδοχών υπερημερίας και το δικαίωμα επαναπασχόλησης του ακύρως απολυθέντος συνιστούν επαρκή αποζημίωση, κατά την έννοια του άρθρου 24 του ΑνΕΚΧ, δίχως να απαιτείται σωρευτικά πρόσθετη χρηματική αποζημίωση για την παράνομη απόλυση (ΕΕΚΔ, Συμπεράσματα 2003, Βουλγαρία, ΕΕΚΔ, Συμπεράσματα 2012, Σλοβακία, ΕΕΚΔ, Συμπεράσματα 2016, Φιλανδία).
Όπως γίνεται αντιληπτό, με την κύρωση του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, το καθεστώς της «αναιτιώδους» καταγγελίας, που προβλέπεται από τις διατάξεις του ν. 2112/1920 και του ν. 3198/1955, δεν είναι συμβατό με την απόλυση για βάσιμο λόγο που εγγυάται το υπέρτερης τυπικής ισχύος άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ. Με το δεδομένο αυτό και με σκοπό αφενός την άρση οποιασδήποτε αμφισβήτησης και αφετέρου την ορθή αποτύπωση των ανωτέρω αρχών στους εθνικούς κανόνες που διέπουν την καταγγελία, με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται ρητά στο δίκαιο της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου η πρόβλεψη ότι, για την εγκυρότητα της καταγγελίας, απαιτείται, πέραν των λοιπών προϋποθέσεων, και η συνδρομή βάσιμου λόγου για την καταγγελία, κατά την έννοια του άρθρου 24 του ΑνΕΚΧ. Αποσαφηνίζονται, λοιπόν, τα ισχύοντα ήδη από την κύρωση του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη με το άρθρο πρώτο του ν. 4359/2016. Σημειώνεται ότι, για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου παρέχεται ήδη ενισχυμένη προστασία, που ικανοποιεί τις προβλέψεις του άρθρου 24 του ΑνΕΚΧ, καθώς η πρόωρη λύση τους είναι δυνατή μόνο με τη συνδρομή σπουδαίου λόγου, κατά το άρθρο 672 του Αστικού Κώδικα.
Παράλληλα, με την ανωτέρω πρόβλεψη ικανοποιούνται και οι επιταγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων ως προς την έννοια και το περιεχόμενο του δικαιώματος των εργαζομένων σε επαρκή αποζημίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση, σε περίπτωση απόλυσης δίχως βάσιμο λόγο, Ειδικότερα, η απόλυση που δεν ερείδεται σε βάσιμο λόγο δεν είναι έγκυρη, ενώ με την επερχόμενη ακυρότητα της καταγγελίας, οι εργαζόμενοι αποκτούν το δικαίωμα επαναπασχόλησης στον εργοδότη που κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας και συγχρόνως διατηρούν το δικαίωμα καταβολής του μισθού τους (μισθοί υπερημερίας).
Τέλος, διευκρινίζεται ότι, σε περίπτωση αμφισβήτησης ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων εγκυρότητας της καταγγελίας, το βάρος επίκλησης και απόδειξης της συνδρομής των οικείων προϋποθέσεων φέρει ο εργοδότης. Πρόκειται για κατανομή του βάρους απόδειξης που ήδη γίνεται δεκτή και είναι σε συμφωνία με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων (ΕΕΚΔ, Δήλωση για την ερμηνεία του άρθρου 24, Συμπεράσματα 2008).
Άρθρο 49
Ευθύνη εργαζομένων κατά την εκτέλεση της εργασίας
Στο σύστημα του Αστικού Κώδικα (ΑΚ) η ευθύνη προς αποζημίωση, είτε αυτή θεμελιώνεται σε αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης είτε σε αδικοπραξία (άρθρο 914 ΑΚ) είτε σε άλλο νόμιμο λόγο ευθύνης (λ.χ. άρθρα 197 και 198 ΑΚ για την ευθύνη από διαπραγματεύσεις), προϋποθέτει, κατά κανόνα, πταίσμα του ζημιώσαντος (άρθρα 198, 300, 914 ΑΚ). Υπάρχουν, βέβαια, περιπτώσεις (λ.χ. άρθρα 918, 922, 924 παρ. 1 και 925 ΑΚ) που ο νομοθέτης αναγνωρίζει ευθύνη προς αποζημίωσης χωρίς να υφίσταται υπαιτιότητα (αντικειμενική ευθύνη), ωστόσο η υποκειμενική ευθύνη παραμένει ο κανόνας στο σύστημα ευθύνης του Αστικού Κώδικα.
Ωστόσο, ειδικά στο πεδίο της λειτουργίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, η απαρέγκλιτη εφαρμογή των κανόνων που διέπουν την αστική ευθύνη και η αναγνώριση, κατ’ εφαρμογή των κανόνων αυτών, πλήρους ευθύνης του εργαζομένου για κάθε πταίσμα, ακόμη και για ελαφριά ή πολύ ελαφριά αμέλεια, οδηγεί σε ανεπιεική αποτελέσματα, αντίθετα προς τη λειτουργία της σύμβασης, όπως παγίως υποστηρίζεται από την ελληνική αλλά και την ευρωπαϊκή θεωρία του Εργατικού Δικαίου.
Κατ’ αρχάς, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο εργαζόμενος, κατά την εκτέλεση της εργασίας του, εντάσσεται σε μια οργάνωση εργασίας που διευθύνει ο εργοδότης, ο οποίος κατευθύνει την όλη εργασιακή διαδικασία και διαμορφώνει τις συνθήκες παροχής της εργασίας, με συνέπεια ο εργαζόμενος να εκτίθεται σε κινδύνους ζημιών, τους οποίους δεν μπορεί να επηρεάσει ή να αποφύγει. Αντίθετα, ο εργοδότης, φέρων την εξουσία οργάνωσης και διεύθυνσης της παραγωγικής διαδικασίας, μπορεί να δημιουργεί, να διατηρεί ή να μεταβάλλει κινδύνους πρόκλησης ζημιών και είναι σε θέση να τους αντιμετωπίσει με διάφορα μέσα, λ.χ. μεταβάλλοντας τις μεθόδους παραγωγής, βελτιώνοντας την επιτήρηση της εργασιακής διαδικασίας και τα μέτρα ασφαλείας κλπ.
Επίσης, δεν θα πρέπει να παραβλέπεται ότι από μία όλως ελαφριά αμέλεια του εργαζομένου, ενόψει και της τεχνολογικής εξέλιξης, μπορεί να προκληθεί εν τέλει στον εργοδότη ζημία, η αποκατάσταση της οποίας θα σήμαινε για τον εργαζόμενο την οικονομική του εξόντωση. Η οφειλόμενη από τη σύμβαση εργασίας παροχή του εργαζομένου συνίσταται στην εργασία καθαυτή και όχι σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα και ο εργοδότης με την αντιπαροχή του αμείβει την εργασία και όχι την ανάληψη κινδύνων. Ο μισθός που λαμβάνει ο εργαζόμενος δεν συνιστά μέσο αντιστάθμισης των κινδύνων ζημίας, στους οποίους εκτίθεται κατά την εκτέλεση της εργασίας του μέσα σε συνθήκες ή καταστάσεις που διαμορφώνει και επηρεάζει ο εργοδότης. Αν ο εργαζόμενος υποχρεωνόταν να αποκαταστήσει, και μάλιστα σε όλη της την έκταση, οποιαδήποτε ζημία του εργοδότη που οφείλεται σε αμέλειά του, ακόμη και ελαφρά ή πολύ ελαφρά, θα ανατρεπόταν σε βάρος του η ισορροπία παροχής – αντιπαροχής, αλλά και η ίδια η βιοποριστική λειτουργία του μισθού.
Για τους ανωτέρω λόγους, ορισμένες ζημίες που οφείλονται σε αμέλεια του εργαζόμενου, θα πρέπει να θεωρείται ότι εντάσσονται στη σφαίρα ευθύνης του εργοδότη, όπως ακριβώς ανήκει στη δική του σφαίρα ευθύνης ο γενικότερος κίνδυνος λειτουργίας της επιχείρησης (άρθρο 656 εδ. β’ Α Κ). Οι λόγοι, λοιπόν, που δικαιολογούν τον περιορισμό της ευθύνης του εργαζομένου προκύπτουν μέσα από την ίδια την εργασιακή σχέση και από τις ιδιαιτερότητες που αυτή εμφανίζει σε σχέση με τις λοιπές συμβατικές σχέσεις. Καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, ο εργαζόμενος θέτει την εργασιακή του δύναμη στη διάθεση του εργοδότη, ο οποίος τη διευθύνει, την ελέγχει και την αξιοποιεί για τους επιχειρηματικούς του σκοπούς. Συνεπώς, ο εργοδότης, ο οποίος καθορίζει τους όρους και τις συνθήκες παροχής της εργασίας και αποκομίζει όφελος από την παρεχόμενη εργασία, οφείλει να φέρει και τους συναφείς με αυτήν κινδύνους.
Η στάθμιση αυτή θα μπορούσε να λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 300 ΑΚ, η οποία παρέχει στο δικαστήριο ευρεία διακριτική ευχέρεια να επιμερίσει τη ζημία μεταξύ ζημιώσαντος και ζημιωθέντος ή και να απαλλάξει πλήρως τον ζημιώσαντα, ανάλογα με το βαθμό πταίσματος των μερών και τις λοιπές συνθήκες. Ωστόσο, η διάταξη του άρθρου 300 ΑΚ απαιτεί ο ζημιωθείς να συνέβαλε στη ζημία ή στην έκτασή της από δικό του πταίσμα. Έτσι, η διατύπωση του άρθρου φαίνεται να αντιτίθεται στην άμεση, ευθεία εφαρμογή του στις περιπτώσεις πρόκλησης ζημίας από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της εργασίας του.
Ενόψει των ανωτέρω, επιβάλλεται η τελολογική συστολή της διάταξης του άρθρου 652 ΑΚ, ώστε ο εργαζόμενος να ευθύνεται μεν για ζημία που οφείλεται σε δόλο, αλλά ειδικά για περιπτώσεις αμέλειας, το δικαστήριο να μπορεί να απαλλάξει τον εργαζόμενο από την ευθύνη ή να κατανείμει τη ζημία μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου, καταλογίζοντας στον εργοδότη τη ζημία που αναλογεί στον επιχειρηματικό του κίνδυνο ή που παρίσταται δυσανάλογη σε σχέση με την ωφέλεια του εργαζομένου από τη σύμβαση. Επίσης, επιβάλλεται ο δόλος ή η αμέλεια να επιδεικνύονται κατά την εκτέλεση της εργασίας και το είδος της τελευταίας να συνυπολογίζεται ως κριτήριο κατά την αξιολόγηση του βαθμού επιμέλειας, για την οποία ευθύνεται ο εργαζόμενος. Τέλος, κρίνεται σκόπιμο να θεωρείται άκυρη οποιαδήποτε συμφωνία των μερών, με την οποία διευρύνεται η ως άνω διαμορφούμενη ευθύνη του εργαζομένου.
Άρθρο 50
Μερική απασχόληση και εκ περιτροπής εργασία
Με το άρθρο 38 του ν. 1892/1990 (Α’ 101) εισήχθη για πρώτη φορά στο ελληνικό δίκαιο η δυνατότητα εργαζομένου και εργοδότη και συμφωνήσουν, τόσο κατά την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας όσο και κατά τη διάρκεια της, την παροχή εργασίας με μερική απασχόληση. Εν συνεχεία, με το άρθρο 2 του ν. 2639/1998 (Α’ 205), προστέθηκε και η δυνατότητα συμφωνίας για παροχή εκ περιτροπής εργασίας αλλά και η δυνατότητα μονομερούς επιβολής συστήματος εκ περιτροπής εργασίας, σε περίπτωση περιορισμού της δραστηριότητας του εργοδότη.
Τόσο για τη συμφωνία μερικής απασχόλησης ή παροχής εκ περιτροπής εργασίας όσο και για τη μονομερή απόφαση του εργοδότη για επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας, τίθεται από το νόμο ως προϋπόθεση η τήρηση του έγγραφου τύπου, ο οποίος έχει συστατικό χαρακτήρα. Συνεπώς, η μη τήρησή του έχει ως συνέπεια την ακυρότητα της συμφωνίας περί μερικής απασχόλησης ή της συμφωνίας ή απόφασης παροχής εκ περιτροπής εργασίας. Παράλληλα, ως πρόσθετη προϋπόθεση για την εγκυρότητα των εν λόγω συμφωνιών ή αποφάσεων, τίθεται και η γνωστοποίησή τους στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, εντός οκτώ (8) ημερών από την κατάρτιση ή τη λήψη τους.
Ωστόσο, παρά την ακυρότητα των σχετικών συμφωνιών ή αποφάσεων σε περίπτωση μη τήρησης των ανωτέρω προϋποθέσεων, δεν ορίζονται στο νόμο οι συνέπειες της επερχόμενης ακυρότητας επί της εργασιακής σχέσης καθαυτής. Η μόνο αναφορά στο νόμο αφορά την περίπτωση μη γνωστοποίησης της συμφωνίας μερικής απασχόλησης στην Επιθεώρηση Εργασίας, η οποία συνεπάγεται την κατά τεκμήριο ύπαρξη σχέσης εργασίας με πλήρη απασχόληση.
Για την κάλυψη του ανωτέρω κενού και για την ενιαία αντιμετώπιση της μη τήρησης των προϋποθέσεων εγκυρότητας που τίθενται στο άρθρο 38 του ν. 1892/1990, με τις διατάξεις του παρόντος, ορίζεται ρητά ότι σε περίπτωση μη τήρησης του έγγραφου τύπου ή μη γνωστοποίησης της συμφωνίας ή απόφασης στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του εργαζομένου.
Άρθρο 51
Υποχρέωση καταβολής μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών της αποζημίωσης απόλυσης
Με την παρ. 10 του άρθρου 38 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) εισήχθη από 1.7.2016 η υποχρέωση για την καταβολή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών των αποδοχών και των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων στο σύνολο του ιδιωτικού τομέα. Η ρύθμιση αυτή έχει συμβάλει αποφασιστικά στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των εργαζομένων και στον πληρέστερο έλεγχο των υποχρεώσεων των εργοδοτών ως προς την καταβολή του οφειλόμενου μισθού και των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών. Με την προτεινόμενη ρύθμιση, η υποχρεωτική καταβολή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών θα καταλαμβάνει πλέον και την οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης, ώστε να ελέγχεται πληρέστερα η τήρηση και της εν λόγω υποχρέωσης των εργοδοτών.
Άρθρο 52
Υποχρέωση καταβολής μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών της αποζημίωσης και των ασφαλιστικών εισφορών των πρακτικώς ασκούμενων και των μαθητευόμενων
Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται η γενική υποχρέωση καταβολής μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών της αποζημίωσης και των ασφαλιστικών εισφορών των μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε οποιαδήποτε επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα. Οι επιχειρήσεις καταθέτουν μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών τα αναλογούντα ποσά, τα οποία μεταφέρονται στο λογαριασμό του πρακτικώς ασκούμενου ή μαθητευόμενου και του φορέα κοινωνικής ασφάλισης, αντίστοιχα.
Ήδη, με την παρ. 10 του άρθρου 38 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), η εν λόγω υποχρέωση ισχύει από 1.7.2016 για την καταβολή των αποδοχών και των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων στο σύνολο του ιδιωτικού τομέα και έχει συμβάλλει αποφασιστικά στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους και στον πληρέστερο έλεγχο των υποχρεώσεων των εργοδοτών.
Με την καθιέρωση της ίδιας υποχρέωσης και για τους πρακτικώς ασκούμενους και τους μαθητευόμενους, καθίσταται ομοίως ευχερέστερος ο έλεγχος της τήρησης της νομοθεσίας για την πρακτική άσκηση και τη μαθητεία, καθώς και της τήρησης των όρων της σχετικής σύμβασης μαθητείας που συνάπτεται μεταξύ των μερών. Παράλληλα, η προτεινόμενη ρύθμιση συμβάλλει στον περιορισμό των παραβάσεων στον τομέα της πρακτικής άσκησης και της μαθητείας, επιτυγχάνοντας την αναβάθμιση του θεσμού και τη βελτίωση των συνθηκών απασχόλησης των μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών.
Άρθρο 53
Καταχώριση της ετήσιας κανονικής άδειας στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ
Υπό το ισχύον καθεστώς της παρ. 3 του άρθρου 4 του α.ν. 539/1945 (Α’ 229), η ετήσια κανονική άδεια καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο που τηρεί ο εργοδότης και μόνο εντός του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους υποχρεούται ο εργοδότης να γνωστοποιεί ηλεκτρονικά στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «ΕΡΓΑΝΗ» (ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ) τα στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, το ανωτέρω σύστημα αντικαθίσταται από την εκ των προτέρων υποχρεωτική καταχώρηση της χορηγούμενης ετήσιας άδειας στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ έως και μία ώρα μετά την έναρξη πραγματοποίησής της. Με τον τρόπο αυτό καθίσταται αποτελεσματικότερος ο έλεγχος της πραγματικής χορήγησής της από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας.
Άρθρο 54
Πρόσβαση εργαζομένων στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ
Με την προτεινόμενη διάταξη θεσπίζεται το δικαίωμα πρόσβασης των εργαζομένων στα έντυπα που υποβάλλουν οι εργοδότες τους στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «ΕΡΓΑΝΗ» (ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ). Η παρεχόμενη άμεση πρόσβαση των εργαζομένων στα έντυπα ή στοιχεία που αναρτά ο εργοδότης στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ, συμβάλλει στην ενίσχυση της ενημέρωσής τους σχετικά με τη δηλωθείσα εργασιακή τους κατάσταση και, συνακόλουθα, στην πληρέστερη και αποτελεσματικότερη προάσπιση των δικαιωμάτων τους.
Άρθρο 55
Καταχώριση οχημάτων για τη μεταφορά και διανομή προϊόντων και αντικειμένων στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ
Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται υποχρέωση των εργοδοτών να αναγγέλλουν στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «ΕΡΓΑΝΗ» (ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ) τον αριθμό κυκλοφορίας των μοτοποδηλάτων ή μοτοσυκλετών, κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ν. 2696/1999, Α’ 57), που χρησιμοποιούν οι εργαζόμενοι κατά την εκτέλεση της εργασίας τους για τη μεταφορά και διανομή προϊόντων και αντικειμένων. Με τη ρύθμιση αυτή, επιδιώκεται η διενέργεια αποτελεσματικότερων ελέγχων, προκειμένου να διασφαλισθεί η τήρηση των προστατευτικών διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας για αυτή την κατηγορία εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων ιδίως αυτών που αφορούν στην υγεία και ασφάλεια στην εργασία.
Άρθρο 56
Διατάξεις για την υγεία και την ασφάλεια κατά τη διανομή και μεταφορά προϊόντων και αντικειμένων
Η προτεινόμενη διάταξη, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες και επισφαλείς συνθήκες κάτω από τις οποίες απασχολούνται οι εργαζόμενοι, οι οποίοι για τη μεταφορά και διανομή προϊόντων και αντικειμένων, ιδίως στους κλάδους του επισιτισμού και της ταχυδρόμησης αλλά και σε κάθε άλλη δραστηριότητα, χρησιμοποιούν μοτοσυκλέτα ή μοτοποδήλατο, στοχεύει να ρυθμίσει το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει το ζήτημα της υγείας και της ασφάλειας τους.
Η επαγγελματική δραστηριότητα των εν λόγω εργαζομένων ενέχει επί της αρχής πολλαπλούς και σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία τους δεδομένου ότι ο αναβάτης και οδηγός των συγκεκριμένων οχημάτων είναι εξαιρετικά εκτεθειμένος σωματικά και σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος ο τραυματισμός του αναμένεται να είναι σφοδρότερος από τον τραυματισμό οδηγών άλλων οχημάτων. Όταν δε η οδήγηση των οχημάτων αυτών λαμβάνει χώρα συστηματικά στα πλαίσια της παροχής εργασίας και κάτω από συνθήκες εντατικοποίησης, φόρτου εργασίας και ψυχολογικής πίεσης, ο κίνδυνος τροχαίου ατυχήματος αυξάνεται.
Στα πλαίσια πρόληψης και μείωσης των τροχαίων ατυχημάτων που αφορούν τη συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων και της αντιμετώπισης του επαγγελματικού κινδύνου, κρίνεται επιβεβλημένη η παρέμβαση σε τέσσερα βασικά επίπεδα: στη συντήρηση του οχήματος, στον καθορισμό του είδους του εξοπλισμού προστασίας που πρέπει να φέρουν οι ανωτέρω εργαζόμενοι, στις προδιαγραφές και στα τεχνικά χαρακτηριστικά του προσαρτώμενου αποθηκευτικού χώρου στα οχήματα και στην εκπόνηση πρότυπης γραπτής εκτίμησης του επαγγελματικού κινδύνου.
Προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια και η υγεία των εργαζομένων χωρίς να επιβαρύνονται οι ίδιοι οικονομικά ορίζεται ρητά ότι ο εξοπλισμός προστασίας σε κάθε περίπτωση χορηγείται με ευθύνη του εργοδότη και τα μέτρα ορθής συντήρησης λαμβάνονται με επιμέλεια, ευθύνη και δαπάνη του εργοδότη όταν το όχημα που χρησιμοποιείται ανήκει στην δική του ιδιοκτησία, νομή ή κατοχή. Επιπροσθέτως, γίνεται ρητή πρόβλεψη για την υποχρέωση ενημέρωσης των εργαζομένων σχετικά με την ορθή χρήση του εξοπλισμού προστασίας, ώστε αυτός να χρησιμοποιείται με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο.
Παράλληλα, όταν το όχημα που χρησιμοποιείται ανήκει στην ιδιοκτησία, νομή ή κατοχή των εργαζόμενων καθιερώνεται η υποχρέωση καταβολής εκ μέρους των εργοδοτών μηνιαίας αποζημίωσης χρήσης και συντήρησης του μοτοποδηλάτου ή της μοτοσυκλέτας ποσού ίσου τουλάχιστον προς το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του νομοθετικά καθορισμένου κατώτατου μισθού. Σκοπός της παραπάνω πρόβλεψης είναι αφενός να διασφαλίζεται η συντήρηση του οχήματος για την πρόληψη τροχαίων ατυχημάτων που λαμβάνουν χώρα λόγω πλημμελούς συντήρησης και αφετέρου να προστατεύεται ο μισθός της ανωτέρω κατηγορίας εργαζομένων ώστε να μην υπολείπεται από τα κατώτατα καθορισμένα όρια, όπως αυτά ορίζονται σε νόμο ή σσε ή από τον συμβατικά καθορισμένο μισθό. Εξάλλου, από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο συνάγεται ότι ως μισθός στη σύμβαση εργασίας θεωρείται κάθε παροχή την οποία κατά νομική δέσμευση που απορρέει από τον νόμο ή τη σύμβαση καταβάλλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του. Αυτονόητο είναι ότι σε περίπτωση που τα έξοδα χρήσης και συντήρησης των ανωτέρω οχημάτων υπερβαίνουν το ποσό που ορίζεται στην προτεινόμενη ρύθμιση, ο εργοδότης οφείλει παρομοίως να τα καλύψει με δική του δαπάνη. Τέλος, για τον αποτελεσματικότερο έλεγχο της καταβολής της ανωτέρω αποζημίωσης από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα προτείνεται η υποχρεωτική καταβολή της μέσω λογαριασμού πληρωμών.
Για την ουσιαστική αποτελεσματικότητα της προτεινόμενης ρύθμισης, προτείνεται η επιβολή διοικητικών και ποινικών κυρώσεων σε βάρος του εργοδότη σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων που υπέχει από τις διατάξεις της προτεινόμενης ρύθμισης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων για τις ποινικές και διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται ήδη στα άρθρα 24 και 28 του ν. 3996/2011 (Α’ 170). Τέλος, για λόγους ασφάλειας δικαίου, με την προτεινόμενη ρύθμιση οριοθετούνται σαφώς οι αρμοδιότητες μεταξύ των ελεγκτικών οργάνων του ΣΕΠΕ, όσον αφορά τον έλεγχο των υποχρεώσεων που υπέχουν οι εργοδότες από την προτεινόμενη ρύθμιση. Επισημαίνεται ότι με την προτεινόμενη ρύθμιση δεν θίγονται διατάξεις τις κείμενης νομοθεσίας σχετικά με τη μέριμνα για την εφαρμογή του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και των λοιπών διατάξεων που σχετίζονται με την κυκλοφορία πεζών και οχημάτων και σχετικά με τη διερεύνηση των τροχαίων ατυχημάτων από τις αρμόδιες διευθύνσεις και τμήματα της τροχαίας αστυνόμευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας αλλά ισχύει επιπρόσθετα με αυτές.
Άρθρο 57
Οδηγοί λεωφορείων ΚΤΕΛ
Η παρ. 1 του άρθρου 36 του π.δ. 246/2006 (Α’ 261) αποτελεί αυτούσια μεταφορά στον Γενικό Κανονισμό Προσωπικού ΚΤΕΛ των διατάξεων του τρίτου και τέταρτου εδαφίου του άρθρου 16 του π.δ. της 27.6/4.7.1932 (Α’ 212), σύμφωνα με τις οποίες ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να απασχολήσει μέσα στην ίδια ημέρα εργαζομένους που εργάστηκαν σε άλλη εργασία καλύπτοντας όλο το νόμιμο χρόνο ημερήσιας εργασίας. Μπορεί μόνο να απασχολήσει εργαζομένους που εργάστηκαν την ίδια ημέρα σε εργοδότες επί λιγότερες ώρες από αυτές που καθορίζει το παραπάνω διάταγμα, αλλά μόνο για το χρόνο που απομένει μέχρι τη συμπλήρωση του ανώτατου ορίου ημερήσιας εργασίας.
Ωστόσο, το καθεστώς λειτουργίας των ΚΤΕΛ παρουσιάζει σημαντικές ιδιαιτερότητες σε σχέση με τις κοινές επιχειρήσεις. Ειδικότερα, παρότι οι οδηγοί των μισθωμένων ή ενταγμένων σε ΚΤΕΛ λεωφορείων προσλαμβάνονται και απολύονται από τους ιδιοκτήτες ή συνιδιοκτήτες των λεωφορείων, τους οποίους βαρύνουν οι δαπάνες μισθοδοσίας και ασφάλισης του οδηγού, εντούτοις η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος ως προς τον τόπο, το χρόνο και τις συνθήκες παροχής της εργασίας και τη παροχή δεσμευτικών εντολών και οδηγιών στους οδηγούς, ανεξαρτήτως της ιδιότητάς τους ως υπαλλήλων ή ως ιδιοκτητών ή συνιδιοκτητών λεωφορείων, ανήκει στο ίδιο ΚΤΕΛ. Έτσι, ως προς τους οδηγούς των μισθωμένων ή ενταγμένων σε ΚΤΕΛ λεωφορείων, παρατηρείται το φαινόμενο της διάσπασης του προσώπου του εργοδότη, μεταξύ αφενός του ιδιοκτήτη του λεωφορείου, που αποτελεί τον τυπικό εργοδότη τους, και αφετέρου του ΚΤΕΛ, που ασκεί, δυνάμει των διατάξεων του π.δ. 246/2006, το διευθυντικό δικαίωμα ως προς τις σημαντικότερες πτυχές της παροχής της εργασίας.
Αυτή η διάσπαση του προσώπου του εργοδότη οδηγεί στο αποτέλεσμα το ΚΤΕΛ, κατά την άσκηση του διευθυντικού του δικαιώματος, να μπορεί να ορίζει μονομερώς ότι ένας οδηγός θα οδηγεί κατά κύριο λόγο λεωφορεία τρίτων, με τους οποίους δεν συμβάλλεται, παρότι τυπικός εργοδότης του παραμένει ο ιδιοκτήτης με τον οποίο έχει σύμβαση εργασίας. Το ΚΤΕΛ, λοιπόν, στο πλαίσιο του διευθυντικού του δικαιώματος, έχει τη δυνατότητα μονομερούς δανεισμού των οδηγών δίχως τη συναίνεσή τους.
Ενόψει του ανωτέρω ιδιαίτερου καθεστώτος λειτουργίας των ΚΤΕΛ, ορίζεται ότι η παρ. 1 του άρθρου 36 του π.δ. 246/2006 παρέχει το δικαίωμα στα ΚΤΕΛ να αξιώνουν από οδηγούς μετόχων να παρέχουν την εργασία τους σε άλλα λεωφορεία, ιδιοκτησίας άλλων μετόχων ή του ΚΤΕΛ, μόνο εάν έχει καταρτιστεί προηγουμένως σχετική σύμβαση δανεισμού μεταξύ του οδηγού, του εργοδότη του και του ΚΤΕΛ ή του τρίτου μετόχου για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Άρθρο 58
Αναστολή προθεσμιών κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία και τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών
Έργο του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) αποτελεί, μεταξύ άλλων, η διενέργεια συμφιλιωτικής διαδικασίας και διαδικασίας επίλυσης εργατικών διαφορών, σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 3 του ν. 3996/2011 (Α’ 170). Αντικείμενο των εν λόγω διαδικασιών δύναται να αποτελούν και ζητήματα σχετικά με το κύρος της καταγγελίας και της αποζημίωσης απόλυσης.
Για τις αξιώσεις των εργαζομένων από άκυρη απόλυση ή για την καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης απόλυσης ισχύει η τρίμηνη και εξάμηνη, αντίστοιχα, αποσβεστική προθεσμία των παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 3198/1955 (Α’ 98). Με αυτό το δεδομένο, παρατηρείται ότι η μη αναστολή των εν λόγω προθεσμιών, στην περίπτωση προσφυγής των εργαζομένων στη συμφιλιωτική διαδικασία ή τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών του ΣΕΠΕ, ωθούν τους εργαζομένους να προσφεύγουν στα δικαστήρια προτού περατωθεί η συμφιλιωτική διαδικασία ή η εργατική διαφορά, εξαιτίας του κινδύνου παρέλευσης των εξαιρετικά σύντομων αποσβεστικών προθεσμιών για την άσκηση αγωγής στα πολιτικά δικαστήρια για τις ανωτέρω αξιώσεις.
Για την αντιμετώπιση του ανωτέρω φαινομένου, με την προτεινόμενη διάταξη εισάγεται η πρόβλεψη περί αναστολής των αποσβεστικών προθεσμιών των παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 3198/1955, όταν ο εργαζόμενος έχει προσφύγει στη συμφιλιωτική διαδικασία ή τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών του ΣΕΠΕ για τις σχετικές αξιώσεις. Η εν λόγω αναστολή εκτείνεται στο χρονικό διάστημα από την υποβολή αίτησης του εργαζομένου για την διενέργεια συμφιλιωτικής διαδικασίας ή διαδικασίας επίλυσης εργατικής διαφοράς και έως τη σύνταξη του προβλεπόμενου πρακτικού και τη διατύπωση της άποψης του Επιθεωρητή, με το οποίο ολοκληρώνεται η οικεία διαδικασία. Είναι αυτονόητο ότι η ανωτέρω αναστολή αφορά και τις αιτήσεις ενώπιον της αρμόδιας, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 3996/2011, για τη διενέργεια συμφιλίωσης, Διεύθυνσης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση ενισχύεται ο διαμεσολαβητικός ρόλος του ΣΕΠΕ για ζητήματα σχετικά με το κύρος της καταγγελίας και της αποζημίωσης απόλυσης, ενώ συγχρόνως δύναται να αποφευχθούν χρονοβόρες και δαπανηρές για τους εργαζόμενους και εργοδότες δικαστικές διαδικασίες.
Άρθρο 59
Ηλεκτρονική αναγγελία του απασχολούμενου προσωπικού επί εκτέλεσης οικοδομικής εργασίας ή τεχνικού έργου στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, η ηλεκτρονική αναγγελία του απασχολούμενου προσωπικού επί εκτέλεσης οικοδομικής εργασίας ή τεχνικού έργου, που προβλέπεται στο άρθρο 37 του ν. 4488/2017 (Α’ 137), θα λαμβάνει χώρα στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «ΕΡΓΑΝΗ» (ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ) αντί του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του ΣΕΠΕ (ΟΠΣ-ΣΕΠΕ), που προβλέπεται σήμερα. Το ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ έχει πλέον ενδυναμωθεί τεχνικά και έχει εκσυγχρονιστεί με τη δυνατότητα λήψης πληροφοριών και καταχώρισης δεδομένων μέσω μηνυμάτων κινητής τηλεφωνίας (sms) και σχετικών εφαρμογών, τεχνολογικά δεδομένα που δικαιολογούν, στην προκειμένη περίπτωση, την προτίμησή του έναντι του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕΠΕ
Άρθρο 60
Κατηγοριοποίηση παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας
Με την υπ’ αριθμ. 2063/Δ1/632/3.2.2011 (Β’ 266) υπουργική απόφαση κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας και προβλέπεται συγκεκριμένος τρόπος υπολογισμού των επιβαλλόμενων διοικητικών κυρώσεων (προστίμων), προκειμένου αυτά να επιβάλλονται με τρόπο ομοιόμορφο και, κατά συνέπεια, πιο δίκαιο.
Με την προτεινόμενη τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011 (Α’ 170), επικαιροποιούνται τα κριτήρια, βάσει των οποίων κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, με την προσθήκη σε αυτά και του καθεστώτος απασχόλησης των εργαζομένων, το οποίο αφορά την πρόσληψη εργαζομένων με ευέλικτες μορφές απασχόλησης, όπως η μερική ή η εκ περιτροπής εργασία. Παράλληλα, διατηρούνται τα ήδη υφιστάμενα κριτήρια, ήτοι η σοβαρότητα της παράβασης, η τυχόν επαναλαμβανόμενη μη συμμόρφωση στις υποδείξεις των αρμόδιων οργάνων, οι παρόμοιες παραβάσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν, ο βαθμός υπαιτιότητας, ο αριθμός των εργαζομένων, το μέγεθος της επιχείρησης, ο αριθμός των εργαζομένων που θίγονται και η υπαγωγή της επιχείρησης σε μία από τις κατηγορίες του άρθρου 10 του ν. 3850/2010 (Α’ 84).
Αναφορικά με το μέγεθος της επιχείρησης διευκρινίζεται ότι πρόκειται για έννοια, η οποία συνεχώς εξελίσσεται και για το λόγο αυτό δεν μπορεί παρά να ερμηνεύεται διασταλτικά. Εκτός από τον (συνολικό) αριθμό των εργαζομένων, υπάρχουν και ποικίλα οικονομικά στοιχεία, τα οποία συμβάλλουν στον προσδιορισμό του μεγέθους της επιχείρησης, όπως ενδεικτικά ο κύκλος εργασιών και ο ισολογισμός, και τα οποία λαμβάνονται υπόψη στην ισχύουσα υπουργική απόφαση στην περίπτωση της αναπροσαρμογής του ποσού του προστίμου.
Επίσης, με την προτεινόμενη ρύθμιση, προβλέπεται εξουσιοδότηση για την έκδοση νέας υπουργικής απόφασης, στην οποία θα εξειδικεύονται τα κριτήρια και θα επικαιροποιηθούν οι παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας. Τέλος, αναδιατυπώνεται η παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011, ώστε αφενός να μην προβλέπεται εξουσιοδοτική διάταξη για το ίδιο θέμα σε δύο διαφορετικές παραγράφους του άρθρου και αφετέρου να γίνεται η ορθή παραπομπή στην παρ. 3 μετά την αναρίθμηση της παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 4488/2017 (Α’ 137).
Άρθρο 61
Εξαίρεση υπαλλήλων του ΣΕΠΕ και του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης από την αυτόφωρη διαδικασία
Με την προτεινόμενη διάταξη προστίθεται νέο εδάφιο στην παρ. 7 του άρθρου 17 του ν. 3996/2011 (Α’ 170) και προβλέπεται ότι για τα αδικήματα που διώκονται κατ’ έγκληση και φέρεται ότι διαπράχθηκαν από υπαλλήλους του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) ή του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων ή με αφορμή την άσκησή τους, για τον έλεγχο εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί σύλληψης του δράστη και τήρησης της αυτόφωρης διαδικασίας, σύμφωνα με τα άρθρα 275, 409-413 και 417-424 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται η προστασία των εν λόγω υπαλλήλων από την υποβολή αβάσιμων και προσχηματικών εγκλήσεων σε βάρος τους και η διασφάλιση της απρόσκοπτης άσκησης των αρμοδιοτήτων τους, καθώς παρατηρούνται φαινόμενα καταχρηστικής κίνησης της ποινικής διαδικασίας σε βάρος Επιθεωρητών Εργασίας, με κύριο σκοπό τον εκφοβισμό τους και την εν τέλει παρεμπόδιση άσκησης των ελεγκτικών και λοιπών καθηκόντων τους.
Αντίστοιχες διατάξεις υπάρχουν ήδη στην κείμενη νομοθεσία για την προστασία των δικαστικών επιμελητών (άρθρο 89 παρ. 3 του ν. 2318/1995, Α’ 126), των αστυνομικών, λιμενικών και πυροσβεστικών υπαλλήλων και των δασικών υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 1845/1989 (Α’ 102) ή των υπαλλήλων των κλάδων ΥΕ Δασοφυλάκων και ΔΕ Γεωτεχνικών Δασοφυλάκων που μετατάχθηκαν στις Δασικές Υπηρεσίες από την Ελληνική Αγροφυλακή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 21 του ν. 3938/2011 (Α’ 61) (άρθρο 19 του ν. 4058/2012, Α’ 63), καθώς και των υπαλλήλων της ΑΑΔΕ (άρθρο 33 παρ. 4 του ν. 4389/2016, Α’ 94).
Άρθρο 62
Κυρώσεις σε περίπτωση παρεμπόδισης ελέγχων του ΣΕΠΕ
Έργο και αποστολή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) αποτελούν, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη και ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας. Ο έλεγχος ιδίως της τήρησης της εργατικής νομοθεσίας αναφορικά με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή ή άλλες παροχές, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, την ασφαλιστική κάλυψη και την παράνομη απασχόλησή τους, επιτυγχάνεται κατά βάση με τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων στους χώρους εργασίας.
Ωστόσο, επειδή στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους, έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα παρεμπόδισης και διακοπής της διενέργειας του ελέγχου από τους Επιθεωρητές Εργασίας και λοιπούς υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που τους συνδράμουν, η οποία δεν συνίσταται μόνο στην παρεμπόδιση εισόδου τους, στην άρνηση παροχής ή στην παροχή ψευδών πληροφοριών και στοιχείων, πράξεις οι οποίες είναι ποινικά κολάσιμες δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 2336/1995 (Α’ 189), αλλά εμφανίζεται και με άλλες συμπεριφορές και πρακτικές, με την προτεινόμενη ρύθμιση σκοπείται η ανάσχεση των περιστατικών αυτών και η διευκόλυνση και ενίσχυση του πολύ σημαντικού και αναγκαίου για το δημόσιο συμφέρον έργου τους.
Ειδικότερα, με την προτεινόμενη ρύθμιση, επικαιροποιείται το υφιστάμενο πλαίσιο περί ποινικής ευθύνης όσων παρεμποδίζουν τη διενέργεια ελέγχων, ώστε στην αντικειμενική υπόσταση του τυποποιούμενου εγκλήματος να εμπίπτουν, όχι μόνο οι περιπτώσεις παρεμπόδισης της εισόδου των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων και οι περιπτώσεις άρνησης παροχής ή παροχής ψευδών πληροφοριών και στοιχείων, αλλά και όλες οι εν γένει συμπεριφορές που συνιστούν παρεμπόδιση του ελεγκτικού τους έργου. Παράλληλα, χάριν νομοθετικής ενότητας, καταργείται η παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 2336/1995 (Α’ 189) και οι περιγραφόμενες εκεί ποινικά κολάσιμες πράξεις, ήτοι η παρεμπόδιση εισόδου των ελεγκτικών οργάνων του Υπουργείου και η άρνηση παροχής ή η παροχή ψευδών πληροφοριών ή στοιχείων, εντάσσονται σε μία ενιαία παράγραφο με την καθιέρωση ως ποινικά κολάσιμης της με οποιοδήποτε τρόπο παρεμπόδισης ή διακοπής της διενέργειας του ελέγχου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΟΑΕΔ
Άρθρο 63
Άδεια φροντίδας τέκνου αναπληρωτών εκπαιδευτικών του ΟΑΕΔ
Με την προτεινόμενη ρύθμιση επεκτείνεται το δικαίωμα λήψης άδειας φροντίδας τέκνου και στους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς των εκπαιδευτικών του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), κατ’ αναλογία προς τα ισχύοντα για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς αρμοδιότητας του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Ειδικότερα, θεσπίζεται το δικαίωμα χρήσης μειωμένου διδακτικού ωραρίου κατά δύο (2) ώρες την εβδομάδα, καθώς και το δικαίωμα απαλλαγής από τις πρόσθετες υπηρεσίες της παρ. 8 του άρθρου 13 του ν. 1566/1985 (Α’ 167), όπως η συμμετοχή στην προετοιμασία και την πραγματοποίηση εορταστικών, αθλητικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων, η επίβλεψη σχολικών γευμάτων, η εκτέλεση διοικητικών εργασιών κλπ.
Εναλλακτικά προς τα ανωτέρω, οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί δικαιούνται άδεια με αποδοχές, διάρκειας τρεισήμισι (3,5) μηνών, η οποία χορηγείται αποκλειστικά μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας.
Για λόγους ισότητας, η άδεια φροντίδας τέκνου χορηγείται σε όλους τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, ανεξαρτήτως φύλου, συμπεριλαμβανομένων των θετών γονέων, από το χρόνο της υιοθεσίας τέκνου που δεν έχει υπερβεί το έκτο (6ο) έτος της ηλικίας του, και των ανάδοχων γονέων, από το χρόνο εισόδου τέκνου που δεν έχει υπερβεί το έκτο (6ο) έτος της ηλικίας του.
Με τον τρόπο αυτό, ενισχύεται ο θεσμός της οικογένειας και διευκολύνεται η φροντίδα των τέκνων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών στις εκπαιδευτικές μονάδες του ΟΑΕΔ, προκειμένου οι τελευταίοι να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες παιδιών πολύ μικρής ηλικίας.
Άρθρο 64
Αναπληρωτές εκπαιδευτικοί των σχολών του ΟΑΕΔ
Με την παρ. 4 του άρθρου 67 του ν. 3518/2006 (Α’ 272), δόθηκε στον ΟΑΕΔ η δυνατότητα να προσλαμβάνει και να απασχολεί στις εκπαιδευτικές του μονάδες, πέραν των ωρομίσθιων, και αναπληρωτές εκπαιδευτικούς πλήρους ωραρίου. Για πρώτη δε φορά, με την υπ’ αριθμ. Φ.ΟΑΕΔ/6346/Δ9/2165/3.2.2017 (Β’ 1027) υπουργική απόφαση καθορίστηκαν οι κλάδοι, οι ειδικότητες, το ωράριο διδασκαλίας και οι όροι πρόσληψης για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς στις Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑΣ) Μαθητείας του ΟΑΕΔ.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, και προκειμένου να διευκρινιστεί ότι στις εκπαιδευτικές μονάδες του ΟΑΕΔ συμπεριλαμβάνονται, εκτός των ΕΠΑΣ και των ΙΕΚ, και οι δύο Σχολές ΑμΕΑ του ΟΑΕΔ και συγκεκριμένα η Σχολή Επαγγελματικής Κατάρτισης ΑμΕΑ Αθηνών και το Εκπαιδευτικό Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης Εφήβων και Νέων με Ειδικές Ανάγκες (ΕΚΕΚ ΑμΕΑ) θεσσαλονίκης, προστίθενται και αυτές στην υφιστάμενη διάταξη.
Επίσης, δίνεται στον ΟΑΕΔ η δυνατότητα να προσλαμβάνει, εκτός από πλήρους ωραρίου, και αναπληρωτές εκπαιδευτικούς μειωμένου ωραρίου, με σκοπό αφενός την εξομοίωση του πλαισίου απασχόλησης στις εκπαιδευτικές δομές του ΟΑΕΔ με τα προβλεπόμενα από το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων στις εκπαιδευτικές δομές όλης της χώρας και αφετέρου τη βελτίωση του εργασιακού καθεστώτος των ωρομίσθιων εκπαιδευτικών που απασχολούνται στις σχολές του ΟΑΕΔ.
Άρθρο 65
Επίδομα θέσης ευθύνης διευθυντών και υποδιευθυντών των ΚΕΚ ΟΑΕΔ
Με την περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 4354/2015 (Α’ 176), αναδιαμορφώθηκε το επίδομα θέσης ευθύνης που καταβάλλεται στους προϊσταμένους εκπαιδευτικών μονάδων του Δημοσίου. Η προαναφερόμενη διάταξη προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη χορήγηση του επιδόματος θέσης ευθύνης στους διευθυντές και υποδιευθυντές διάφορων εκπαιδευτικών δομών, συμπεριλαμβανομένων των διευθυντών Εργαστηριακών Κέντρων και των υποδιευθυντών δημόσιων ΙΕΚ και των Κέντρων Εκπαίδευσης για την Αειφορία (ΚΕΑ).
Ωστόσο, ακόμη και μετά την τελευταία τροποποίηση της ανωτέρω διάταξης με το άρθρο 19 του ν. 4547/2018 (Α’ 102), δεν συμπεριλήφθηκαν στη διάταξη αυτή οι Σχολές και τα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης του ΟΑΕΔ, τα οποία είναι δημόσια και λειτουργούν στο πλαίσιο του ΟΑΕΔ.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, συμπληρώνονται οι υποπερ. ηη’ και θθ’ της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 4354/2015 με την προσθήκη της χορήγησης του επιδόματος θέσης ευθύνης και στους διευθυντές και υποδιευθυντές των Σχολών και των Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης του ΟΑΕΔ, όπως επιτάσσει η συνταγματική αρχή της ισότητας, καθώς το ίδιο επίδομα λαμβάνουν ήδη, σύμφωνα με την υφιστάμενη διάταξη, οι διευθυντές των Επαγγελματικών Σχολών του ΟΑΕΔ και οι διευθυντές και υποδιευθυντές των ΙΕΚ του ΟΑΕΔ.
Άρθρο 66
Αποζημίωση ελεγκτών ΟΑΕΔ
Τα τελευταία έτη, έχουν αυξηθεί σε αριθμό τα προγράμματα απασχόλησης μέσω απόκτησης εργασιακής εμπειρίας ή κατάρτισης, τα προγράμματα κοινωφελούς χαρακτήρα κλπ. που εκπονούνται και υλοποιούνται από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ). Ο αυξανόμενος αριθμός των προγραμμάτων και δράσεων που υλοποιεί ο ΟΑΕΔ, απαιτεί τη διενέργεια συχνότερων και περισσότερων ελέγχων από τους υπαλλήλους του Οργανισμού, για την εξασφάλιση της τήρησης των όρων των προγραμμάτων και την ορθή υλοποίησή τους.
Στο πλαίσιο αυτό, με την προτεινόμενη ρύθμιση, οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται στους υπαλλήλους του ΟΑΕΔ οι οποίοι πραγματοποιούν ελέγχους στα προγράμματα του Οργανισμού, εξαιρούνται από το μηνιαίο και ετήσιο ανώτατο χρηματικό όριο αμοιβής ανά πραγματοποιούμενο έλεγχο που θέτουν οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α’ 176).
Σημειώνεται ότι οι σχετικές δαπάνες δεν βαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Ειδικότερα, οι δαπάνες για την αποζημίωση των ελεγκτών του ΟΑΕΔ καλύπτονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 34 του ν. 4144/2013 (Α’ 88), από τους πόρους του ΕΛΕΚΠ.
Άρθρο 67
Ειδικότητες εκπαιδευτικών ΟΑΕΔ
Με το άρθρο 29Α του ν. 4521/2018 (Α’ 38), συμπληρώθηκαν οι κλάδοι των ειδικοτήτων ΤΕ και ΔΕ του εκπαιδευτικού προσωπικού των σχολών και κέντρων του ΟΑΕΔ, προκειμένου να μπορούν να διδάσκουν σε αυτά εκπαιδευτικοί των ειδικοτήτων αυτών, αλλά και να μην υφίστανται διαφοροποιήσεις ως προς τις ειδικότητες που ανήκουν σε κάθε κλάδο του άρθρου 39 του ν. 4559/2018 (Α’ 142).
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, προστίθενται στην παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4521/2018:
α) στον κλάδο ΔΕ 05 Εξειδικευμένων Τεχνιτών οι ειδικότητες του Γουνοποιού, Αγιογράφου, Δερματοτεχνίτη, Κεραμικής, με σκοπό να καλυφθούν οι εργαστηριακές ανάγκες των σχολών στις αντίστοιχες ειδικότητες και Εικαστικών – Ψυχαγωγίας, ειδικότητα αναγκαία στο Εκπαιδευτικό Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης Εφήβων και Νέων με Ειδικές Ανάγκες Θεσσαλονίκης, και
β) ο κλάδος ΔΕ 06 Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού με την ειδικότητα του Διερμηνέα Νοηματικής Γλώσσας, για την κάλυψη διαρκών εκπαιδευτικών αναγκών στη Σχολή Επαγγελματικής Κατάρτισης ΑμΕΑ Αθηνών, καθώς σημαντικός αριθμός των φοιτούντων πάσχουν από κώφωση ή βαρηκοΐα.
Επιπλέον, προστίθεται νέα παρ. 4 στο άρθρο 29 του ν. 4521/2018, με την οποία δίνεται η δυνατότητα στον ΟΑΕΔ να προσλαμβάνει ωρομίσθιο εκπαιδευτικό προσωπικό, εκτός του πίνακα ειδικοτήτων της παρ. 2, για την κάλυψη έκτακτων αναγκών στα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ) του ΟΑΕΔ, στα οποία υλοποιούνται ταχύρρυθμα προγράμματα και σεμινάρια επαγγελματικής κατάρτισης, οι ανάγκες των οποίων σε εκπαιδευτικό προσωπικό ποικίλλουν ανάλογα με το παρεχόμενο πρόγραμμα.
Άρθρο 68
Ωφελούμενοι προγραμμάτων εποχικών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων του ΟΑΕΔ
Κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 1545/1985 (Α’ 91), κάθε χρόνο υλοποιείται από τον ΟΑΕΔ πρόγραμμα επιχορήγησης των εποχικών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, με σκοπό τη διατήρηση των θέσεων εργασίας. Συγκεκριμένα, από την 1η Νοεμβρίου εκάστου έτους έως την 28η Φεβρουαρίου του επόμενου έτους, ο ΟΑΕΔ καταβάλλει στις επιχειρήσεις αυτές, για όσους εργαζόμενους θα δικαιούνταν τακτική επιδότηση ανεργίας, ποσό που αντιστοιχεί στις επιπλέον ημέρες απασχόλησης και ασφάλισης αυτών, όχι μεγαλύτερο από τα ποσά των επιδομάτων ανεργίας που θα λάμβαναν οι εν λόγω εργαζόμενοι στην επιχείρηση, αν έπαυαν να απασχολούνται κατά τη διάρκεια του περιορισμού ή της αναστολής της δραστηριότητάς της.
Επιπλέον, ήδη από το έτος 2010, ο ΟΑΕΔ υλοποιεί παρεμφερές πρόγραμμα επιχορήγησης επιχειρήσεων για την απασχόληση δικαιούχων της «επιταγής επανένταξης στην αγορά εργασίας», σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010 (Α’ 65), κατά το οποίο οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στο πρόγραμμα, επιχορηγούνται με τα ποσά των τακτικών επιδομάτων ανεργίας, τα οποία λάμβαναν οι άνεργοι, τους οποίους προσλαμβάνουν και απασχολούν.
Ωστόσο, ενώ οι δικαιούχοι της «επιταγής επανένταξης» εξαιρούνται, κατά το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010, από το πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 3986/2011 (Α’ 152), σύμφωνα με την οποία τα ημερήσια επιδόματα ανεργίας που καταβάλλονται σε διάστημα τεσσάρων (4) ετών, δεν πρέπει να ξεπερνούν σε αριθμό τα 400, οι ημέρες απασχόλησης των ωφελουμένων εργαζόμενων για τις οποίες επιχορηγούνται οι εποχικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, εμπίπτουν στον ανωτέρω περιορισμό.
Συνεπώς, οι ημέρες απασχόλησης των εργαζομένων κατά το διάστημα επιχορήγησης των επιχειρήσεων όπου απασχολούνται, συνυπολογίζονται στον αριθμό των 400 ημερήσιων επιδομάτων ανεργίας της τετραετίας, σε αντίθεση με τους ωφελούμενους της «επιταγής επανένταξης».
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, κατά την υπαγωγή των ωφελουμένων εργαζομένων προγραμμάτων επιχορήγησης ξενοδοχειακών επιχειρήσεων που λειτουργούν εποχικά δεν θα τυγχάνει εφαρμογής ο περιορισμός της παρ. 1 του άρθρ. 39 του ν. 3986/2011, ως ισχύει και για τους ωφελούμενους δικαιούχους «επιταγής επανένταξης». Ευνοούνται, έτσι, και οι ωφελούμενοι των προγραμμάτων επιχορήγησης εποχικών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, καθώς παύουν να λογίζονται οι ημέρες απασχόλησής τους ως ημερήσια επιδόματα ανεργίας, ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται η ίση μεταχείριση των ωφελουμένων και στα δύο προγράμματα.
Άρθρο 69
Επιδότηση Μαθητείας των ΕΠΑΣ ΟΑΕΔ
Με την υπ’ αριθμ. 26385/16.2.2017 (Β’ 491) κοινή υπουργική απόφαση, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 42 του ν. 4403/2016 (Α’ 125), ρυθμίζεται το σύστημα εκπαίδευσης της μαθητείας, με συνδυασμό θεωρητικών μαθημάτων και πρακτικής άσκησης, το οποίο εφαρμόζεται ήδη από το έτος 2017 στο μεταλυκειακό έτος των ΕΠΑΛ αρμοδιότητας του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και στις ΕΠΑΣ του ΟΑΕΔ, ενώ καθορίζεται και η ημερήσια αμοιβή του μαθητευόμενου σε ποσό ίσο με το 75% του κατώτατου ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.
Ήδη δε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 10 του ν. 1545/1985 (Α’ 91), ο ΟΑΕΔ δύναται να επιδοτεί τους σπουδαστές των Επαγγελματικών Σχολών Μαθητείας (ΕΠΑΣ) του, οι οποίοι πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, με ποσό έως το 50% του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.
Μετά την κατάργηση του υποκατώτατου και την αύξηση του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για τους εργαζομένους όλης της χώρας, χωρίς ηλικιακές διακρίσεις, καθίσταται αναγκαία η δυνατότητα επαναπροσδιορισμού του ποσοστού επιδότησης του ΟΑΕΔ, χωρίς ρητό ποσοστιαίο περιορισμό, προκειμένου να καταστεί δυνατή η απρόσκοπτη λειτουργία του θεσμού της μαθητείας. Στο ανωτέρω πλαίσιο, και προς εναρμόνιση με το ισχύον πλαίσιο που εφαρμόζεται στα ΕΠΑΛ, με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ότι το ποσό της επιδότησης που θα καταβάλλεται από τον ΟΑΕΔ στους μαθητευόμενους των ΕΠΑΣ, θα καθορίζεται, χωρίς ρητό ποσοστιαίο περιορισμό, στην εκάστοτε ετήσια κοινή υπουργική απόφαση με την οποία θα ρυθμίζεται η μαθητεία για τη συγκεκριμένη εκπαιδευτική χρονιά.
Άρθρο 70
Επιτροπή του ΕΛΕΚΠ
Με την παρ. 8 του άρθρου 34 του ν. 4144/2013 (Α’ 88) προβλέφθηκε η σύσταση Επιτροπής για τη λειτουργία του «Ενιαίου Λογαριασμού για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών» (ΕΛΕΚΠ), ο οποίος λειτουργεί στον ΟΑΕΔ, με σκοπό τη διαχείριση των πόρων του ως άνω Λογαριασμού και τη χρήση αυτών για την εκπλήρωση των σκοπών που προβλέπονται στο νόμο. Η Επιτροπή αποτελείται από τον Διοικητή του ΟΑΕΔ, δύο εμπειρογνώμονες και δέκα εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, πέντε από τους οποίους ορίζονται από την συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων και πέντε από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργοδοτών.
Ωστόσο, στην ανωτέρω διάταξη δεν ορίζεται συγκεκριμένη θητεία των μελών της Επιτροπής, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει δυνατότητα ανανέωσης της σύνθεσής της, όπως αυτή καθορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 16954/890/6.6.2013 (ΥΟΔΔ 263) υπουργική απόφαση.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, προβλέπεται τετραετής θητεία των μελών της Επιτροπής. Θεσπίζεται, έτσι, ένα εύλογο χρονικό διάστημα άσκησης των καθηκόντων των μελών της Επιτροπής, προκειμένου να εξασφαλίζεται η συνεχής βελτίωση αλλά και η αμεροληψία της Επιτροπής του ΕΛΕΚΠ, με την αντικατάσταση των μελών αυτής με τη λήξη της θητείας τους.
Άρθρο 71
Κριτήρια επιλογής διευθυντικών στελεχών στις μονάδες εκπαίδευσης και κατάρτισης του ΟΑΕΔ
Με το άρθρο 72 του ν. 3996/2011 (Α’ 170) καθορίζεται το νομοθετικό πλαίσιο επιλογής διευθυντικών στελεχών στις σχολές επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης του ΟΑΕΔ, στο οποίο προβλέπονται τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη, οι μονάδες αξιολόγησης ανά κατηγορία κριτηρίων και η συνολική έως την επιλογή διαδικασία.
Για την εναρμόνιση της διαδικασίας επιλογής διευθυντικών στελεχών στις σχολές του ΟΑΕΔ με τη διαδικασία που ακολουθεί το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, το άρθρο 72 του ν. 3996/2011 υιοθέτησε τις διατάξεις του προϊσχύσαντος και αντίστοιχου τότε άρθρου 12 του ν. 3848/2010 (Α’ 71), το οποίο στη συνέχεια αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 του ν. 4327/2015 (Α’ 50).
Πρόσφατα, ωστόσο, ο ν. 4547/2018 (Α’ 102) αντικατέστησε τις διατάξεις του ν. 4327/2015 σε πληθώρα εκπαιδευτικών ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας επιλογής διευθυντικών στελεχών στις εκπαιδευτικές δομές (άρθρο 24 του ν. 4578/2018). Ως εκ τούτου, η προτεινόμενη ρύθμιση κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να διατηρηθεί στις εκπαιδευτικές δομές του ΟΑΕΔ όμοιο σύστημα καθορισμού διευθυντικών στελεχών με αυτό του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Συγκεκριμένα, με τις παρ. 1 και 2 του προτεινόμενου άρθρου καθορίζονται οι μονάδες αποτίμησης του κριτηρίου επιστημονικής συγκρότησης και του κριτηρίου διοικητικής και διδακτικής εμπειρίας, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 4547/2018, προκειμένου να υπάρξει εναρμόνιση του πλαισίου που ισχύει για τις σχολές του ΟΑΕΔ με το πλαίσιο που θέτει το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Με την παρ. 3 του προτεινόμενου άρθρου, ο ανώτατος αριθμός μονάδων αποτίμησης των κριτηρίων των υποψήφιων διευθυντικών στελεχών, καθορίζεται σε σαράντα πέντε (45), σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 4547/2018.
Επιπλέον, με τις παρ. 4 και 5 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι η διετής θητεία των Διευθυντών και Υποδιευθυντών των μονάδων εκπαίδευσης και κατάρτισης του ΟΑΕΔ αρχίζει παράλληλα με την επίσημη έναρξη του σχολικού έτους και λήγει την τελευταία ημέρα του επόμενου σχολικού έτους, δηλαδή την 1η Σεπτεμβρίου και την 31η Αυγούστου αντίστοιχα, ενώ μέχρι σήμερα η θητεία τους άρχιζε την 1η Ιουλίου και έληγε την 30ή Ιουνίου. Παράλληλα, ορίζεται μεταβατικά η ημερομηνία λήξης της θητείας των υφιστάμενων Διευθυντών.
Τέλος, με την παρ. 6 του προτεινόμενου άρθρου καταργείται η αναφορά στην έκδοση πινάκων αξιολόγησης των διευθυντών Πιλοτικών Σχολών Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΠΣΕΚ), καθώς οι τελευταίες έχουν καταργηθεί.
Άρθρο 72
Εκκαθάριση ΟΧΛΕ
Με την από 23.7.2010 απόφαση της έκτακτης Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, η οποία εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. 15266/1226/29.7.2010 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΕ-ΕΠΕ 8720), η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ολυμπιακό Χωριό 2004 Ανώνυμη Εταιρεία» (ΟΧΑΕ) λύθηκε και τέθηκε σε εκκαθάριση. Με την περ. β’ της παρ. 8 του άρθρου 35 του ν. 4144/2013 (Α’ 88), όπως προστέθηκε με το άρθρο 30 του ν. 4255/2014 (Α’ 89), η εκκαθάριση της ΟΧΑΕ παρατάθηκε μέχρι τις 31.12.2018. Οι εκκαθαριστές έχουν αναλάβει το πολυσχιδές και βαρύνουσας σημασίας έργο της διευθέτησης των εκκρεμών υποθέσεων της ΟΧΑΕ, συμπεριλαμβανομένων των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων, η εκδίκαση των οποίων έχει οριστεί για το 2019. Δεδομένης της επέλευσης της νομοθετικά προβλεπόμενης λήξης της εκκαθάρισης της ΟΧΑΕ στις 31.12.2018 και της επιτακτικής ανάγκης να συνεχιστούν οι διαδικασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη, δίχως περαιτέρω καθυστερήσεις, με την προτεινόμενη διάταξη η εκκαθάριση της ΟΧΑΕ παρατείνεται έως τις 31.12.2019, οπότε υπολογίζεται ότι θα έχουν ολοκληρωθεί οι επείγουσες δικαστικές εκκρεμότητες του έργου των εκκαθαριστών.
Άρθρο 73
Απασχόληση προσώπων ειδικών κατηγοριών σε φορείς του ιδιωτικού και ευρύτερου δημόσιου τομέα
Για τα προστατευόμενα από τον ν. 2643/1998 (Α’ 220) πρόσωπα, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 1Β του άρθρου 2 του εν λόγω νόμου, οι φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται στην παρ. 8, με την εξαίρεση όσων εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους αρνητικό αποτέλεσμα (ζημία) στις δύο αμέσως προηγούμενες από το έτος προκήρυξης χρήσεις, υποχρεούνται να προσλαμβάνουν τα προστατευόμενα πρόσωπα του άρθρου 1 σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).
Με την προτεινόμενη ρύθμιση τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) που προσλαμβάνουν προσωπικό μέσω του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) εμπίπτουν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3. Η αναπροσαρμογή του καθεστώτος παρακρατήσεων θέσεων εργασίας υπέρ του ν. 2643/1998 μέσω της δυνατότητας παρακράτησης θέσεων για προστατευόμενους του νόμου και σε ΝΠΙΔ που προκηρύσσουν θέσεις εργασίας μέσω ΑΣΕΠ, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, θα επιφέρει αύξηση των θέσεων που παρακρατούνται για τα άτομα των ειδικών κατηγοριών.
Περαιτέρω, με τις παρ. 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 11 του ν. 3227/2004 (Α’ 31) καθορίζεται η διαδικασία που ακολουθούν οι υποψήφιοι (προστατευόμενοι του ν. 2643/1998) για διορισμό ή πρόσληψη σε θέσεις εργασίας φορέων του ιδιωτικού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Επίσης, καθορίζεται η διαδικασία με την οποία γίνεται η μηχανογραφική επεξεργασία των αιτήσεων και συντάσσονται οι πίνακες μοριοδότησης από τις αρμόδιες για την εφαρμογή του ν. 2643/1998, περιφερειακές διευθύνσεις και τοπικές υπηρεσίες του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ). Η παραπάνω διαδικασία έχει καταδειχθεί χρονοβόρα και μη αποτελεσματική. Ως εκ τούτου, κρίνεται αναγκαίο να απλουστευθεί. Με την προτεινόμενη ρύθμιση καταργείται το πρώτο στάδιο της διαδικασίας, ήτοι η σύνταξη ενδεικτικού πίνακα μοριοδότησης με βάση τα δηλούμενα από τους ενδιαφερόμενους στοιχεία, και εκδίδεται προσωρινός πίνακας μοριοδότησης μετά και την εξέταση των δικαιολογητικών των υποψηφίων. Επίσης, προβλέπεται η ηλεκτρονική υποβολή των αιτήσεων.
Άρθρο 74
Διορισμός ή πρόσληψη προσώπων ειδικών κατηγοριών σε δημόσιες υπηρεσίες, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ και ΝΠΙΔ
Για τα προστατευόμενα από τον ν. 2643/1998 (Α’ 220) πρόσωπα, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθ. 3, παρακρατείται υποχρεωτικά ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) από το σύνολο των θέσεων οι οποίες θα εγκριθούν σε μια περίοδο για στελέχωση δημόσιων υπηρεσιών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και των δύο βαθμών.
Στις ανωτέρω διατάξεις δεν εμπίπτουν οι φορείς του ιδιωτικού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Ωστόσο, ορισμένα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) προκηρύσσουν θέσεις εργασίας μέσω του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ). Το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δεν δύναται να παρακρατά ποσοστό για προστατευομένους του ν. 2643/1998 από τις προκηρυσσόμενες θέσεις, λόγω των περιορισμών του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2643/1998.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση τροποποιείται το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθ. 3 του ν. 2643/1998 προκειμένου να συμπεριληφθούν όλα τα νομικά πρόσωπα τα οποία προκηρύσσουν θέσεις εργασίας μέσω ΑΣΕΠ. Η αναπροσαρμογή του καθεστώτος παρακρατήσεων θέσεων εργασίας υπέρ του ν. 2643/1998, μέσω της δυνατότητας παρακράτησης θέσεων για προστατευομένου ς του νόμου και σε ΝΠΙΔ που προκηρύσσουν θέσεις εργασίας μέσω ΑΣΕΠ, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, θα επιφέρει αύξηση των θέσεων που παρακρατούνται για τα άτομα των ειδικών κατηγοριών. Η ισχύουσα διάταξη έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια πολλών θέσεων για τα άτομα ειδικών κατηγοριών. Η τροποποίησή της κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της και ΝΠΙΔ, τα οποία, με βάση τα δεδομένα των τελευταίων ετών, συχνά προβλέπεται να προκηρύσσουν θέσεις εργασίας μέσω του ΑΣΕΠ.
Περαιτέρω, με την προτεινόμενη ρύθμιση τροποποιούνται το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 2643/1998. Σύμφωνα με την προτεινόμενη ρύθμιση, εάν μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας σύνταξης του τελικού πίνακα εξακολουθούν να υφίστανται κενές θέσεις βάσει της εκδοθείσας προκήρυξης, αυτές καλύπτονται αποκλειστικά από τα πρόσωπα που είναι πολύτεκνοι γονείς με τέσσερα (4) ζώντα τέκνα και άνω ή τέκνα πολύτεκνης οικογένειας (η αίτηση των οποίων έχει κριθεί ως έγκυρη αλλά δεν εμφανίζονται ως επιτυχόντες στον τελικό πίνακα και για τις οποίες κατέχουν τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα), προκειμένου αφενός να στηριχθεί η πολυπληθής κατηγορία των πολυτέκνων και αφετέρου να καλυφθούν οι ανάγκες των φορέων στους οποίους ανήκουν οι θέσεις.
Επιπλέον, εάν μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας, εξακολουθούν να υφίστανται κενές θέσεις οι οποίες είχαν παρακρατηθεί υπέρ των προστατευομένων του νόμου και οι οποίες δεν κατέστη δυνατό να καλυφθούν, προβλέπεται η απόδοσή τους στους φορείς από τους οποίους έχουν παρακρατηθεί προκειμένου να μην συσσωρεύονται κενές θέσεις σε βάρος των αναγκών των φορέων στους οποίους ανήκουν.
Τέλος, με τις παρ. 2, 3, 5, 6 και 7 του άρθρου 11 του ν. 3227/2004 (Α’ 31) καθορίζεται η διαδικασία που ακολουθούν οι υποψήφιοι, προστατευόμενοι του ν. 2643/1998, για διορισμό ή πρόσληψη σε θέσεις εργασίας δημόσιων υπηρεσιών, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ και των δύο βαθμών. Επίσης, καθορίζεται η διαδικασία με την οποία γίνεται η μηχανογραφική επεξεργασία των αιτήσεων και συντάσσονται οι πίνακες μοριοδότησης από τις, αρμόδιες για την εφαρμογή του ν. 2643/1998, περιφερειακές διευθύνσεις και τοπικές υπηρεσίες του ΟΑΕΔ. Η παραπάνω διαδικασία έχει καταδειχθεί χρονοβόρα και αναποτελεσματική. Ως εκ τούτου, κρίνεται αναγκαίο να απλουστευθεί. Με την προτεινόμενη ρύθμιση καταργείται το πρώτο στάδιο της διαδικασίας, ήτοι η σύνταξη ενδεικτικού πίνακα μοριοδότησης με βάση τα δηλούμενα από τους ενδιαφερόμενους στοιχεία, και εκδίδεται προσωρινός πίνακας μοριοδότησης μετά και την εξέταση των δικαιολογητικών των υποψηφίων. Επίσης, προβλέπεται η ηλεκτρονική υποβολή των αιτήσεων.
Άρθρο 75
Μοριοδότηση προσώπων ειδικών κατηγοριών
Στο άρθρο 4 του ν. 2643/1998 (Α’ 220) απαριθμούνται τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της σειράς τοποθέτησης, πρόσληψης ή διορισμού των προστατευομένων προσώπων. Σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 4 «Ο αριθμός μορίων που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων προσαυξάνεται κατά ποσοστό 20%, εφόσον το προστατευόμενο πρόσωπο υπάγεται σε περισσότερες από μία κατηγορίες του άρθρου 1. Ομοίως λαμβάνουν την ως άνω προσαύξηση: α) οι προστατευόμενοι του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1, που έχουν στην οικογένειά τους τέκνο, αδελφό ή σύζυγο, που προστατεύεται κατά το δεύτερο ή τρίτο εδάφιο της ίδιας περίπτωσης, όπως τροποποιήθηκε με το ν.2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α’) και β) οι προστατευόμενοι στο πρόσωπο των οποίων συντρέχουν οι ιδιότητες του πολύτεκνου γονέα και του τέκνου πολύτεκνης οικογένειας.»
Με την προτεινόμενη τροποποίηση αποσαφηνίζεται ότι στην περίπτωση κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος ανήκει σε δύο ή περισσότερες κατηγορίες προστασίας, οι οποίες συγχρόνως αποτελούν και κριτήρια μοριοδότησης, λαμβάνει μόνο προσαύξηση 20% λόγω υπαγωγής του και σε άλλες κατηγορίες προστασίας, χωρίς να μοριοδοτείται σωρευτικά και η δεύτερη κατηγορία προστασίας.
Άρθρο 76
Απόδειξη πολυτεχνικής ιδιότητας προσώπων ειδικών κατηγοριών
Στον πυρήνα των ρυθμίσεων του ν. 2643/1998 (Α’ 220) βρίσκεται η ανάγκη προστασίας ατόμων συγκεκριμένων κατηγοριών (πολύτεκνοι, Αμε Α, συγγενείς ΑμεΑ, τέκνα αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης, τέκνα αναπήρων πολέμου και τρίτεκνοι), που έχουν περιορισμένες δυνατότητες ένταξης στην αγορά εργασίας, μέσω της κατά προτεραιότητα προώθησής τους στην απασχόληση με τη διασφάλιση όρων διαφάνειας. Η αντιμετώπιση των παραπάνω κατηγοριών πληθυσμού γίνεται υπό το πρίσμα μιας κοινωνικής διάστασης, διαφοροποιούμενη έτσι από τις παρόμοιες προβλέψεις σε άλλα νομοθετικά πλαίσια.
Με την παρ. 9 του άρθρου 67 του ν. 4316/2014 (Α’ 270) ορίστηκε ότι «για την εφαρμογή των διατάξεων περί προσλήψεων προσωπικού του ν. 2190/1994, του ν. 2643/1998 ως και οποιασδήποτε άλλης διάταξης που αναφέρεται στην ιδιότητα του πολυτέκνου, ως πολύτεκνος γονέας (και τέκνο πολυτέκνου) νοείται ο κατά τις οικείες διατάξεις του νόμου περί πολυτέκνων οριζόμενος, της πολυτεκνικής ιδιότητας αποδεικνυόμενης από πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του οικείου δήμου ή κοινότητας, στα δημοτολόγια των οποίων είναι γραμμένοι, συνοδευόμενο από πιστοποιητικό της Ανωτάτης Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων Ελλάδος…».
Ωστόσο, ο ορισμός του πολύτεκνου που χρησιμοποιείται από την Ανώτατη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος (ΑΣΠΕ), κατά το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α’ 75), δεν ταυτίζεται με αυτόν που έχει υιοθετηθεί για την εφαρμογή του ν. 2643/1998. Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2643/1998 ορίζεται ότι «Για την εφαρμογή του νόμου αυτού ως πολύτεκνη οικογένεια νοείται εκείνη που έχει τουλάχιστον τέσσερα ζώντα τέκνα». Επίσης, πέραν του πιστοποιητικού οικογενειακής κατάστασης, η εν λόγω διάταξη απαιτεί και πιστοποιητικό της ΑΣΠΕ, για απόδειξη της πολυτεκνικής ιδιότητας.
Τα παραπάνω έχουν ως συνέπεια πολίτες που θέλουν να συμμετάσχουν σε προκηρύξεις του ν. 2643/1998, ως πολύτεκνοι, να πρέπει να αποδείξουν την πολυτεκνική τους ιδιότητα, ταυτόχρονα, μέσω δύο διαφορετικών νομικών πλαισίων, με διαφορετικές στοχεύσεις.
Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 67 του ν. 4316/2014 οδηγεί σε συρρίκνωση του πεδίου εφαρμογής του ν. 2643/1998λόγω αδυναμίας προσκόμισης του πιστοποιητικού της ΑΣΠΕ όσων πολιτών δεν εμπίπτουν ταυτόχρονα και στα δύο νομικά πλαίσια. Ενδεικτικά αναφέρονται τα τέκνα πολύτεκνης οικογένειας των οποίων έχουν αποβιώσει και οι δύο γονείς, τα οποία, αν και δεν μπορούν να λάβουν πιστοποιητικό της ΑΣΠΕ, είναι δικαιούχοι των ευεργετικών διατάξεων του ν. 2643/1998. Ομοίως, τέκνα πολύτεκνης οικογένειας, οι γονείς των οποίων δεν πρόλαβαν να εγγραφούν στην ΑΣΠΕ πριν τα τέκνα τους συμπληρώσουν τα όρια ηλικίας που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 3454/2006, αποκλείονται από την προστασία του ν. 2643/1998, ενώ συνομήλικοι τους, οι γονείς των οποίων έχουν ήδη εγγραφεί στην ΑΣΠΕ, δικαιούνται να συμμετάσχουν σε προκηρύξεις που διενεργούνται βάση του ν. 2643/1998.
Επομένως, η ένταξη ενός ατόμου στην προστασία του ν. 2643/1998, ως πολύτεκνου, με κριτήρια και διατάξεις εκτός του πνεύματος του νόμου αυτού, δημιουργεί στρεβλώσεις και αδυνατίζει τη λογική συνοχή προστασίας που ο νομοθέτης έχει επιλέξει για συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού, αφού ορισμένα μέλη της ομάδας, αδυνατούν να προσκομίσουν το ζητούμενο πιστοποιητικό.
Επιπροσθέτως, όπως επισημαίνεται στην ειδική έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη, έτους 2005, με θέμα τον ν. 2643/1998, η εξάρτηση της απόδοσης της πολυτεκνικής ιδιότητας από ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, θέτει τόσο θέμα παράβασης της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι (παρ. 1 του άρθρου 12 του Συντάγματος), όσο και θέμα άσκησης δημόσιας εξουσίας από νομικό πρόσωπο μη υπαγόμενο στον άμεσο έλεγχο και την εποπτεία του δημοσίου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, η προτεινόμενη ρύθμιση ρητά εξαιρεί τον ν. 2643/1998 από το πεδίο εφαρμογής της παρ. 9 του άρθρου 67 του ν. 4316/2014.
Άρθρο 77
Προσωπικό καθαριότητας
Με το άρθρο 64 του ν. 4590/2019 (Α’ 17) επαναπροσδιορίστηκε η ιδιότητα του τρίτεκνου ή του τέκνου τρίτεκνης οικογένειας ως βαθμολογούμενο κριτήριο στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ. Συνεπεία αυτού του επαναπροσδιορισμού, η ΣΟΧ 3/2018 ανακοίνωση του ΟΑΕΔ για την πρόσληψη προσωπικού καθαριότητας με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου χρειάστηκε να εγκριθεί εκ νέου από το ΑΣΕΠ προκειμένου να ενσωματωθούν οι αναγκαίες αλλαγές καθώς και να επαναληφθούν όλες οι ενέργειες στις οποίες είχε προβεί ο Οργανισμός μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2019. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω καθώς και λόγους δημοσίου συμφέροντος σχετιζόμενους με την δημόσια υγεία, κρίνεται απαραίτητο να επιτραπεί η απασχόληση του προσωπικού για το απολύτως εύλογο διάστημα του ενός (1) ακόμη μήνα, δηλαδή μέχρι τις 28 Ιουνίου 2019.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Άρθρο 78
Επίδομα Στέγασης
Με το άρθρο 3 του ν. 4472/2017 (Α’ 74) θεσπίστηκε το Επίδομα Στέγασης, ένα προνοιακό πρόγραμμα για νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα που επιβαρύνονται με το κόστος δαπανών ενοικίου. Λαμβάνοντας υπόψη ότι για τα νοικοκυριά αυτά η δαπάνη για τη στέγαση αποτελεί σημαντικό μέρος της συνολικής δαπάνης διαβίωσης τους, καθώς και το γεγονός ότι η μη ανταπόκρισή τους στην καταβολή του ενοικίου ενέχει τον κίνδυνο σώρευσης οφειλών, αποτελώντας απειλή για τη συνέχεια στέγασης του νοικοκυριού, κρίνεται σκόπιμο το ποσό αυτό να είναι αφορολόγητο και να μην υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, να μην κατάσχεται ούτε να συμψηφίζεται με χρέη, ώστε να μην διοχετεύεται σε άλλους σκοπούς πέραν αυτού για τον οποίο χορηγείται.
Περαιτέρω, δεδομένου ότι το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης και το Επίδομα Παιδιού στοχεύουν σε πληθυσμούς που είτε διαβιούν στην ακραία φτώχεια είτε επιβαρύνονται με πρόσθετες δαπάνες για την ανατροφή των παιδιών, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι το Επίδομα Στέγασης δεν υπολογίζεται για τον καθορισμό της εισοδηματικής ενίσχυσης ή στα εισοδηματικά όρια των ως άνω επιδομάτων.
Άρθρο 79
Ένταξη των ωφελούμενων του προγράμματος «Στέγαση και Επανένταξη» στο πρόγραμμα Επιδόματος Στέγασης
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι ωφελούμενοι του προγράμματος «Στέγαση και Επανένταξη» που διαβιούν έως και τις 28.2.2019 σε καθεστώς επιδοτούμενης ενοικιαζόμενης κατοικίας, εντάσσονται, μετά τη λήξη του, αυτομάτως στο Επίδομα Στέγασης, χωρίς άλλες προϋποθέσεις, για διάστημα δώδεκα (12) μηνών, με το ποσό που λάμβαναν από το πρόγραμμα «Στέγαση και Επανένταξη» και έως τα όρια που καθορίζονται με την υπ’ αριθμ. Δ23/οικ.20171/1040/3.5.2017 (Β’ 1602) κοινή υπουργική απόφαση.
Σκοπός της ανωτέρω ρύθμισης είναι η συνέχιση της παροχής αυξημένου υποστηρικτικού πλαισίου στους ωφελούμενους αστέγους του προγράμματος, ώστε να επιτευχθεί η σταδιακή μετάβασή τους σε καθεστώς αυτόνομης διαβίωσης μετά το πέρας της ανωτέρω μεταβατικής περιόδου.
Άρθρο 80
Οικονομική ενίσχυση οικογενειών θανόντων από φυσικά φαινόμενα
Με την προτεινόμενη ρύθμιση η έκτακτη οικονομική βοήθεια που καταβάλλεται στις οικογένειες των ατόμων που έχασαν τη ζωή τους από σεισμό ή άλλα φυσικά φαινόμενα και εξαιτίας τους ορίζεται ως αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής και ειδικής διάταξης, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση ή εισφορά, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα, προκειμένου να αντιμετωπισθούν από τις οικογένειες των θανόντων οι απρόβλεπτες ανάγκες που έχουν προκύψει συνεπεία της απώλειας συγγενικού τους προσώπου εξαιτίας του σεισμού ή άλλου φυσικού φαινομένου.
Άρθρο 81
Προνοιακές παροχές σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία
Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται από τον ΟΠΕΚΑ από 1.1.2019 ως προνοιακές παροχές σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία χορηγούνται για την κάλυψη των αυξημένων και εξειδικευμένων αναγκών που προκύπτουν εξαιτίας της αναπηρίας του ατόμου χωρίς εισοδηματικά ή οικονομικά κριτήρια. Σκοπός τους είναι η ενίσχυση, η συμβολή στην κοινωνική ένταξη και η αποφυγή της ιδρυματοποίησης των ατόμων με αναπηρία. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν εισόδημα καθώς η χορήγηση τους δεν αποσκοπεί στην κάλυψη των αναγκών διαβίωσης ενός ατόμου αλλά στην κάλυψη των αναγκών που οφείλονται πρωταρχικά στην αναπηρία τους και προκύπτουν εξαιτίας αυτής. Για το λόγο αυτό δεν φορολογούνται και δεν υπολογίζονται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα.
Τα χρηματικά αυτά βοηθήματα αποτελούν μέσο για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής υπέρ των αναπήρων ατόμων για το λόγο αυτό και δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση ή κράτηση χαρτοσήμου, δεν κατάσχονται, ούτε συμψηφίζονται με ήδη βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, ιδιώτες ή πιστωτικά ιδρύματα.
Άρθρο 82
Παράταση χορήγησης επιδομάτων αναπηρίας
Με την προτεινόμενη διάταξη αποκαθίσταται η δυνατότητα χορήγησης παράτασης σε όλους τους δικαιούχους αναπηρικών επιδομάτων, των οποίων η γνωμάτευση έχει λήξει και καθυστερεί η εξέτασή τους από ΚΕΠΑ, χωρίς δική τους υπαιτιότητα. Υπό το ισχύον καθεστώς, η δυνατότητα παράτασης αφορά μόνο τα επιδόματα που χορηγούνται σε άτομα με ποσοστό αναπηρίας 67%. Ωστόσο, κρίνεται απαραίτητη η εναρμόνιση και η αποκατάσταση της ίσης μεταχείρισης από τον ΟΠΕΚΑ όλων των προνοιακών – αναπηρικών επιδομάτων, ανεξαρτήτως του ποσοστού αναπηρίας των δικαιούχων τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΠΟΠΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΦΟΡΕΩΝ
Άρθρο 83
Αρμοδιότητες ΟΠΕΚΑ
Με τις προτεινόμενες διατάξεις προστίθενται νέες αρμοδιότητες και αναδιαμορφώνονται οι υφιστάμενες μεταξύ των τμημάτων του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ).
Συγκεκριμένα, η αρμοδιότητα της υλοποίησης του προγράμματος παροχής υπηρεσιών παρασκευής-συσκευασίας και διανομής σχολικών γευμάτων καθώς και της καταβολής της οικονομικής ενίσχυσης της αναδοχής άρθρου 12 του ν. 4538/2018 (Α’ 85) ανατίθενται στο Τμήμα Χορήγησης Παροχών Κοινωνικής Στήριξης Οικογενειών της Διεύθυνση Οικογενειακών Επιδομάτων. Σημειώνεται ότι οι εν λόγω αρμοδιότητες ανατέθηκαν στον ΟΠΕΚΑ μετά την έκδοση του ιδρυτικού του νόμου, δυνάμει της υπ’ αριθμ. Δ14/οικ.21446/488/11.4.2018 (Β’ 1299) υπουργικής απόφασης, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της περ. ια’ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4520/2018.
Περαιτέρω, η αρμοδιότητα της καταβολής της εφάπαξ εισοδηματικής ενίσχυσης σε οικογένειες που κατοικούν σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές αφαιρείται από Τμήμα Χορήγησης και Ελέγχων Προνοιακών Παροχών και Ενδικοφανών Προσφυγών και ανατίθεται πλέον στο Τμήμα Χορήγησης Οικογενειακών Επιδομάτων και Διοικητικής Μέριμνας, λόγω συγγένειας των συνολικών αρμοδιοτήτων του εν λόγω Τμήματος.
Άρθρο 84
Λογαριασμός Αγροτικής Εστίας
Μετά τις νομοθετικές αλλαγές που έχουν επέλθει με την ένταξη του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), κατά την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1 του ν. 3050/2002 (Α’ 214) προέκυψε σοβαρό πρόβλημα, σχετικά με τον καθορισμό του χρόνου εξόφλησης των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών των ασφαλισμένων, προκειμένου να δημιουργηθεί σωστά ενημερωμένο μητρώο των δικαιούχων των προγραμμάτων του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ). Για την επίλυση του προβλήματος προτείνεται, η εξόφληση των οφειλόμενων εισφορών των ασφαλισμένων να προηγείται της δημιουργίας του μηχανογραφικού αρχείου δικαιούχων και να μην γίνεται παράλληλα με τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι δικαιούχοι των προγραμμάτων του ΛΑΕ είναι οι ασφαλισμένοι που είναι ασφαλιστικά ενήμεροι κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της υποβολής της αίτησής τους έτους.
Περαιτέρω, προτείνεται η αναμόρφωση της σύνθεσης της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΛΑΕ, με την απάλειψη της συμμετοχής σε αυτήν εκπροσώπων της Γενικής Συνομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδος (ΓΕΣΑΣΕ), της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ) και της Συνομοσπονδίας Δημοκρατικών Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδος (ΣΥΔΑΣΕ). Ήδη από το 2015, είχαν ανακύψει σημαντικά ζητήματα ως προς την συγκρότηση της Επιτροπής, καθώς η μεν ΓΕΣΑΣΕ τελούσε υπό εκκαθάριση, η δε ΣΥΔΑΔΕ δεν είχε διενεργήσει αρχαιρεσίες για νέα διοίκηση παρά τη λήξη της θητείας της προσωρινής. Με την προτεινόμενη ρύθμιση, λοιπόν, εξασφαλίζεται η ομαλή συγκρότηση και λειτουργία της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΛΑΕ.
Άρθρο 85
Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Με το ν. 4554/2018 (Α’ 130) απονεμήθηκαν αρμοδιότητες στο ΕΚΚΑ σχετικές με την προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων και του συντονισμού και υποστήριξης των επιτρόπων των ασυνόδευτων ανηλίκων.
Προκειμένου να ασκηθούν κατά το δυνατόν αμεσότερα οι ανωτέρω αρμοδιότητες συστάθηκε στο ΕΚΚΑ, με το άρθρο 27 του ν. 4554/2018, Διεύθυνση Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων με τρία (3) τμήματα, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3106/2003 (Α’ 30), ο Οργανισμός του ΕΚΚΑ καταρτίζεται και τροποποιείται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται «με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Πρόνοιας, μετά από γνώμη του Δ.Σ.».
Πλην όμως, στο ως άνω άρθρο 27 δεν προβλέφθηκαν οι κλάδοι και οι ειδικότητες που μπορούν να συμμετέχουν στην επιλογή Προϊσταμένων της Διεύθυνσης και των τριών (3) τμημάτων αυτής. Με την προτεινόμενη διάταξη επιλύεται η εκκρεμότητα αυτή, καθώς δεν κατέστη εφικτό μέχρι σήμερα να προβλεφθούν οι απαιτούμενες ως άνω ειδικότητες με τροποποίηση του οργανισμού.
Περαιτέρω, η δεύτερη παράγραφος της προτεινόμενης διάταξης, συνδέει την έναρξη ισχύος των διατάξεων που ρυθμίζουν τα θέματα της επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων του ν. 4554/2018 με δήλη ημερομηνία, αποσυνδέοντάς την από την έκδοση της υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 19 του ν. 4554/2018, καθώς για την έκδοσή της απαιτείται κατάρτιση κανονισμού λειτουργίας του εποπτικού συμβουλίου του άρθρου 19 από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΚΚΑ, η οποία όμως δεν κατέστη εφικτό να υλοποιηθεί μέχρι σήμερα.
Ως εκ τούτου, η αποσύνδεση της έναρξης ισχύος των ανωτέρω διατάξεων από την έκδοση της ως άνω απόφασης, με την παράλληλη άμεση στελέχωση της αρμόδιας Διεύθυνσης του ΕΚΚΑ, δίνει τη δυνατότητα να εφαρμοστεί ο ν. 4554/2018 από την 1η.9.2019, εξασφαλίζοντας τον απαραίτητο χρόνο προετοιμασίας στη νεοσυσταθείσα Διεύθυνση, καθώς και στους υπόλοιπους εμπλεκόμενους φορείς, έτσι ώστε η εφαρμογή του να συντελεστεί με τον πλέον αποτελεσματικό και ωφέλιμο τρόπο.
Άρθρο 86
Σύσταση οργανικών θέσεων προνοιακών φορέων
Τα τελευταία χρόνια λόγω της αναστολής των προσλήψεων προσωπικού και των περιορισμών και των ανώτατων ορίων στις προσλήψεις τα Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α’ 16), το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), το Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ), το Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ), το Θεραπευτήριο Χρονιών Παθήσεων Ευρυτανίας, καθώς και τα παραρτήματα τους, απώλεσαν μεγάλο τμήμα του μόνιμου και έμπειρου προσωπικού τους.
Οι ανωτέρω φορείς καλούνται να παρέχουν υψηλής προστιθέμενης αξίας προνοιακές υπηρεσίες σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, όπως είναι τα άτομα με αναπηρία, τα παιδιά, οι χρονίως πάσχοντες, και οι υπερήλικες.
Οι ανάγκες τους σε προσωπικό αυξάνονται, καθώς καλύπτονταν και με προγράμματα απασχόλησης, τα οποία ολοκληρώνονται. Επομένως, ol ανάγκες αυτές θα πρέπει να καλυφθούν άμεσα, ώστε να διασφαλίζεται η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών και κοινωνικής υποστήριξης στις ανωτέρω ευάλωτες και ειδικές ομάδες του πληθυσμού.
Τέλος, η στελέχωσή των ανωτέρω φορέων θα πρέπει να γίνεται με στόχο την αποτελεσματικότερη και καταλληλότερη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων για τη κάλυψη των προαναφερόμενων, εξόχως σημαντικών για το κοινωνικό σύνολο, αναγκών λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ταχείας και αποτελεσματικής ενίσχυσής τους καθώς και της εύρυθμης και αδιάλειπτης λειτουργίας τους.
Άρθρο 87
Κάλυψη οργανικών θέσεων προνοιακών φορέων
Με τις διατάξεις του άρθρου 34 του νόμου 4578/2018 (Α’ 200) συστήθηκαν 341 οργανικές θέσεις προσωπικού στα Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α’ 16), στο Θεραπευτήριο Χρονιών Παθήσεων Ευρυτανίας, στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ), στο Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ), καθώς και στα παραρτήματά τους, με σκοπό την μόνιμη κάλυψη των πάγιων αναγκών τους σε μόνιμο προσωπικό. Η κάλυψη των ανωτέρω θέσεων τακτικού προσωπικού, κατά τις προβλέψεις του άρθρου 35 του ως άνω νόμου, διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α’ 28).
Ωστόσο, λόγω του μεγάλου αριθμού των προκηρυχθησόμενων θέσεων ανά εποπτευόμενο φορέα, και του σημαντικού διοικητικού φόρτου που συνεπάγεται η διαδικασία προετοιμασίας των οικείων προκηρύξεων, κρίνεται αναγκαία η παράταση της νομοθετικά προβλεπόμενης προθεσμίας έως τις 15.6.2019.
Με τις διατάξεις του παρόντος προτείνεται ότι για τις προσλήψεις του απαραίτητου προσωπικού στους φορείς του άρθρου 34 του ν 4578/2018 δεν εφαρμόζονται οι περιορισμοί του άρθρου 28 του ν. 2190/1994 (απαγόρευση προσλήψεων και υπηρεσιακών μεταβολών κατά τις προεκλογικές περιόδους), Η ρύθμιση αυτή κρίνεται απαραίτητη, λόγω της κρίσιμης κοινωνικής αποστολής και των αυξημένων απαιτήσεων εύρυθμης και απρόσκοπτης συνέχισης της λειτουργίας των ως άνω φορέων.
Άρθρο 88
Πρόσληψη επικουρικού προσωπικού προνοιακών φορέων
Δεδομένου ότι η παροχή προνοιακών υπηρεσιών ανήκει ήδη από το έτος 2015 στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κρίνεται αναγκαίος ο διαχωρισμός και η διακριτότητα της διαδικασίας και του προβλεπόμενου τρόπου πρόσληψης επικουρικού προσωπικού από τους προνοιακούς φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τα παραρτήματά τους. Ήδη με τις διατάξεις των παρ. 9 και 10 του άρθρου 10 του ν. 3329/2005 (Α’ 81) προβλέπεται η οικεία διαδικασία, η οποία όμως χρήζει επικαιροποίησης, ενώ παράλληλα κρίνεται σκόπιμο η σχετική διαδικασία να τελεί υπό την έγκριση του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ).
Οι προτεινόμενες διατάξεις του εν λόγω άρθρου προβλέπουν τις λεπτομέρειες για τη διαδικασία πρόσληψης επικουρικού προσωπικού, Πανεπιστημιακής, Τεχνολογικής, Δευτεροβάθμιας και Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης για την κάλυψη των αναγκών των Κέντρων Κοινωνικής Πρόνοιας του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α’ 16) και των παραρτημάτων τους, του Κέντρου Παιδικής Μέριμνας Αρρένων Παπάφειο Θεσσαλονίκης και του Θεραπευτηρίου Χρονιών Παθήσεων Ευρυτανίας, του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), του Κέντρου Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ) και του Εθνικού Ιδρύματος Κωφών (ΕΙΚ).
Συγκεκριμένα, η κάλυψη των θέσεων γίνεται ως ακολούθως: Μετά την έκδοση της έγκρισης της Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006 (Α’ 280), ο αρμόδιος κάθε φορά φορέας εκδίδει προκήρυξη, που τελεί υπό την έγκριση του ΑΣΕΠ. Η κάθε προκήρυξη, η οποία δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του οικείου φορέα και του ΑΣΕΠ, αναλυτικά αναφέρει τον αριθμό ανά κατηγορία και ειδικότητα του προσωπικού που πρόκειται να προσληφθεί. Οι αιτήσεις των υποψηφίων υποβάλλονται στον οικείο φορέα, ο οποίος τις αξιολογεί και συντάσσει προσωρινούς πίνακες κατάταξης προσληπτέων και απορριπτέων, οι οποίοι δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του και αποστέλλονται στον ΑΣΕΠ μαζί με όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά για έλεγχο νομιμότητας. Δικαίωμα ένστασης αναγνωρίζεται στους αιτούντες και ασκείται ενώπιον του ΑΣΕΠ μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από την επόμενη της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων. Το ΑΣΕΠ διενεργεί τον έλεγχο νομιμότητας και τον κατ’ ένσταση έλεγχο μέσα σε ένα (1) μήνα από την πάροδο της προθεσμίας υποβολής των ενστάσεων και η απόφασή του κοινοποιείται στο φορέα, προκειμένου αυτός να καταρτίσει τον οριστικό πίνακα προσληπτέων. Επίσης, προβλέπεται ότι αμέσως μετά την κατάρτιση των προσωρινών πινάκων προσληπτέων διενεργούνται προσωρινές προσλήψεις από τους φορείς, με την επιφύλαξη όμως αναμόρφωσης του πίνακα στην περίπτωση που τελικά κάποιος από τους προσωρινώς προσληφθέντες δεν περιλαμβάνεται στους οριστικούς πίνακες. Τέλος, προβλέπεται η ελάχιστη και η μέγιστη διάρκεια της απασχόλησης του προσωπικού, η ανάληψη της δαπάνης αμοιβής τους από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του φορέα και τέλος ο καθορισμός, με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, μεταξύ άλλων, των απαιτούμενων ανά ειδικότητα προσόντων, της προθεσμίας και του τρόπου υποβολής των αιτήσεων, των απαιτούμενων δικαιολογητικών και κάθε άλαλης αναγκαίας λεπτομέρειας. Οι διαδικασίες που προτείνονται καλύπτουν πλήρως την αναγκαιότητα της διαφάνειας που πρέπει να χαρακτηρίζει την πρόσληψη προσωπικού.
Τέλος, με την παρ. 7 του προτεινόμενου άρθρου, επιλύονται αποτελεσματικά ενδεχόμενα προβλήματα που οφείλονται στην έλλειψη μόνιμου ιατρού ή οδοντιάτρου στα Κέντρα, επιτρέποντας τη συνεργασία με ιατρούς και οδοντιάτρους υπό το καθεστώς έκδοσης από
Άρθρο 89
Προσωπικό Συμβουλευτικών Κέντρων και Ξενώνων Φιλοξενίας
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι αναγκαίες για την απρόσκοπτη συνέχιση της λειτουργίας των Ξενώνων Φιλοξενίας για γυναίκες θύματα βίας του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ). Ειδικότερα, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αφορούν συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου δώδεκα (12) εργαζομένων που απασχολούνται στις υπηρεσίες των Συμβουλευτικών Κέντρων και Ξενώνων Φιλοξενίας για γυναίκες θύματα βίας του ΕΚΚΑ του άρθρου 72 του ν. 4342/2015 (Α’ 143), οι οποίες έχουν παραταθεί από 1.12.2018 έως 30.11.2019, δυνάμει της τροποποίησης των πράξεων ένταξης στο ΕΣΠΑ της προγραμματικής περιόδου 2014-2020.
Ωστόσο, επειδή οι σχετικές τροποποιήσεις των πράξεων ένταξης στο ΕΣΠΑ 2014-2020, ήτοι η υπ’ αριθμ. 6681/30.11.2018 τροποποίηση της πράξης «Αναβάθμιση ξενώνων για γυναίκες – θύματα βίας – Ξενώνας φιλοξενίας ΕΚΚΑ Θεσσαλονίκης» με Κωδικό ΟΠΣ 5000596 του ΕΠ «Κεντρική Μακεδονία 2014-2020» (ΑΔΑ: ΨΥΔΠ7ΛΛ-Α2Κ) και η υπ’ αριθμ. 3863/30.11.2018 τροποποίηση της πράξης «Αναβάθμιση ξενώνων για γυναίκες – θύματα βίας – Ξενώνας φιλοξενίας ΕΚΚΑ Αττικής» με Κωδικό ΟΠΣ 5000655 του ΕΠ «Αττική 2014-2020» (ΑΔΑ: 6Φ937Λ7-1ΗΜ), εκδόθηκαν στις 30.11.2018, ήτοι μία μόλις ημέρα πριν την έναρξη της προβλεπόμενης παράτασης, δεν υπήρξε αντικειμενικά ο αναγκαίος χρόνος για την έκδοση των απαιτούμενων διοικητικών πράξεων (αποφάσεις δέσμευσης πίστωσης, εγγραφή στο Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού του Δημοσίου κλπ.) και τη τελική δημοσίευση των πράξεων παράτασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πριν από τον προβλεπόμενο χρόνο έναρξης της παράτασης. Οι εν λόγω πράξεις παράτασης δημοσιεύτηκαν στις 5.3.2019 (Γ’ 278).
Προκειμένου, λοιπόν, να εξασφαλιστεί η αδιάκοπη συνέχιση του έργου των Συμβουλευτικών Κέντρων και Ξενώνων Φιλοξενίας για γυναίκες θύματα βίας του ΕΚΚΑ, προβλέπεται ότι η ως άνω παράταση ισχύει κανονικά από 1.12.2018, ανεξαρτήτως του χρόνου δημοσίευσης των πράξεων παράτασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ συγχρόνως διευθετούνται δαπάνες που αφορούν τις ανωτέρω συμβάσεις και διενεργήθηκαν από 1.12.2018 έως τη δημοσίευση των πράξεων παράτασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 90
Προσωπικό Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ιονίων Νήσων
Με την προτεινόμενη διάταξη, ρυθμίζονται ζητήματα υπηρεσιακής κατάστασης πέντε (5) υπαλλήλων του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Ιονίων Νήσων. Συγκεκριμένα, αποκαθίσταται η πλημμέλεια αναφορικά με το διορισμό των υπαλλήλων αυτών, η οποία συνίσταται στην εκ παραδρομής παράλειψη του ανωτέρω νομικού προσώπου να προβεί, ως όφειλε, στη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των αποφάσεων διορισμού τους, παρότι είχαν τηρηθεί όλες οι ενδιάμεσες διαδικαστικές ενέργειες (δημοσίευση των οριστικών πινάκων διοριστέων, ανακοίνωση του νομικού προσώπου για την συμπερίληψή τους στους πίνακες διοριστέων, έκθεση εμφάνισης και ανάληψης καθηκόντων κλπ.). Σημειώνεται ότι άπαντες οι διορισμοί έχουν διενεργηθεί με διαδικασίες ΑΣΕΠ, κατά τα έτη 2000-2006. Τέλος, προς διασφάλιση των δικαιωμάτων των εν λόγω υπαλλήλων, ως ημερομηνία διορισμού τους λογίζεται η ημερομηνία ανάληψης υπηρεσίας.
Άρθρο 91
Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή του ΣΚΛΕ
Με την προτεινόμενη διάταξη προστίθεται περ. δ’ στην παρ. 2 του άρθρου 112 του ν. 4488/2017 (Α’ 137) προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της εκπροσώπησης του ΣΚΛΕ μέχρι την συγκρότηση του πρώτου Διοικητικού του Συμβουλίου.
Άρθρο 92
Ρυθμίσεις για τις κοινωνικές υπηρεσίες
Με την προτεινόμενη διάταξη αντιμετωπίζεται, για λόγος ασφάλειας δικαίου, η ανάγκη προσδιορισμού με ορθό τρόπο των γεωγραφικών και διοικητικών ορίων εντός των οποίων γίνεται η αναζήτηση άλλης κοινωνικής υπηρεσίας δυνάμενης να διεξαγάγει την κοινωνική έρευνα, πριν οδηγηθεί η Γενική Διεύθυνση Κοινωνικής Αλληλεγγύης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στην ανάθεση της κοινωνικής έρευνας σε κοινωνικό λειτουργό του Σ.Κ.Α.Ε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι’
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Αρθρο 93
Παραχώρηση της Βαμβακουργίας Βόλου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Με την προτεινόμενη ρύθμιση παραχωρείται, χωρίς αντάλλαγμα, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας για ενενήντα εννέα (99) έτη η χρήση, διαχείριση και εκμετάλλευση των ακινήτων της Βαμβακουργίας Βόλου, μετά των συστατικών και παραρτημάτων τους, καθώς και των κτιριακών και κάθε είδους κατασκευών και εγκαταστάσεων επ’ αυτών, τα οποία ανήκουν κατά κυριότητα στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ).
Πρόκειται για δύο (2) ακίνητα επιφάνειας 1.871,00 και 86.531,77 τ.μ., όπως εμφαίνονται στο προσαρτημένο στο σχέδιο νόμου, ως Παράρτημα I, τοπογραφικό διάγραμμα της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του ΟΑΕΔ, που συντάχθηκε από τον πολιτικό μηχανικό Κωνσταντίνο Γούλα τον Ιανουάριο του 2019 και αποτυπώνει σε κλίμακα 1:1.000, το σύνολο των παραχωρούμενων ακινήτων. Οι κτιριακές και κάθε είδους κατασκευές και εγκαταστάσεις, που βρίσκονται επί των παραχωρούμενων ακινήτων, αποτυπώνονται ομοίως στο προσαρτημένο στο σχέδιο νόμου, ως Παράρτημα I, τοπογραφικό διάγραμμα.
Τα ανωτέρω ακίνητα περιήλθαν, αρχικά, στην αποκλειστική κυριότητα του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο Ε Κ), δυνάμει του υπ’ αριθμ. 30293/17.1.2001 συμβολαίου μεταβίβασης μέρους του ενεργητικού περιουσιακών ομάδων της -υπό εκκαθάριση τότε- ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «ΒΑΜΒΑΚΟΥΡΓΙΑ ΒΟΛΟΥ ΑΕ». Εν συνεχεία, με την κατάργηση του ΟΕΚ, τα εν λόγω ακίνητα περιήλθαν στην αποκλειστική κυριότητα του ΟΑΕΔ, ως καθολικού διαδόχου του καταργηθέντος ΟΕΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 4144/2013 (Α’ 88).
Η παραχώρηση των ανωτέρω ακινήτων λαμβάνει χώρα για λόγους δημοσίου συμφέροντος και ιδίως για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, την ανάπλαση, ανάπτυξη και αξιοποίηση του χώρου, την ανάπτυξη και προστασία της ευρύτερης περιοχής και την εξυπηρέτηση εκπαιδευτικών, πολιτιστικών, αθλητικών και κοινωφελών σκοπών, με την παράλληλη ανάπτυξη δράσεων ειδικού ενδιαφέροντος και ανταποδοτικού χαρακτήρα. Οι ανωτέρω σκοποί, οι δράσεις ειδικού ενδιαφέροντος, οι τρόποι και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια θα εξειδικευτούν με την υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, του ΟΑΕΔ και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Ήδη με Μνημόνιο Συνεργασίας που υπεγράφη τον Μάιο του 2018 μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, του ΟΑΕΔ και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας συμφωνήθηκε η διερεύνηση και υποβολή προτάσεων πολεοδόμησης και χωροθέτησης δραστηριοτήτων από πλευράς του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, οι οποίες θα αφορούν στην αξιοποίηση του ακινήτου μετά από μετατροπή των υφιστάμενων κτιρίων ή/και την ανέγερση νέων για τη δημιουργία νέων χρήσεων, συμβατών με τη θέση του ακινήτου, την ταυτότητα και τον χαρακτήρα της πόλης, καθώς και το περιβάλλον αστικό τοπίο.
Για τον σκοπό αυτό, με την υπ’ αριθμ. 15878/18/ΓΠ/25.7.2018 απόφαση του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (ΑΔΑ: 6ΨΖ9469Β7Ξ-ΒΓΗ) συστήθηκε ειδική επιστημονική ομάδα εργασίας, η οποία σε συνεργασία με την ομάδα εργασίας του προγράμματος για την «Ανάκτηση των ακινήτων του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας – Αξιοποίηση με όρους κοινωνικής ανταπόδοσης» του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στην οποία εκπροσωπείται και ο ΟΑΕΔ, ανέλαβε το έργο να επεξεργαστεί εναλλακτικά και ιεραρχημένα σενάρια για την αξιοποίηση του ακινήτου της πρώην βιομηχανίας «Βαμβακουργία Βόλου ΑΕ».
Στο σχέδιο ανάπτυξης των παραχωρούμενων ακινήτων περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία πανεπιστημιακών εγκαταστάσεων, ερευνητικών εργαστηρίων και ινστιτούτων, φοιτητικών εστιών, φοιτητικής λέσχης, πολυχώρου πολιτισμού, αθλητικών εγκαταστάσεων και μεγάλων κοινόχρηστων χώρων πρασίνου, η δημιουργία πρότυπου ΚΕΚ ΑΜΕΑ ΟΑΕΔ σε συνεργασία με το Παιδαγωγικό Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, η δημιουργία προγράμματος πρακτικής άσκησης σε συνεργασία με τη Γεωπονική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για τους εκπαιδευόμενους στις εκπαιδευτικές δομές του ΟΑΕΔ, η δημιουργία ενός κοινού κέντρου επιχειρηματικότητας και συμβουλευτικών υπηρεσιών σε συνεργασία με τη Μονάδα Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας (ΜΟΚΕ), τις ερευνητικές/παραγωγικές θερμοκοιτίδες και τους συνεργατικούς χώρους του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας αλλά και των αντίστοιχων δομών του ΟΑΕΔ, και λοιπές ειδικές δράσεις, οι οποίες θα εξειδικευτούν με την υπογραφή του Μνημονίου Συνεργασίας, που προβλέπεται στην παρ. 2 της προτεινόμενης ρύθμισης.
Ενόψει των ανωτέρω, η παραχώρηση του ακινήτου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας θα συμβάλει αποφασιστικά, όχι μόνο στην αναβάθμιση των ακινήτων, αλλά και στην ενίσχυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ιδίως εκείνων των χαρακτηριστικών του που προωθούν τη δημιουργικότητα, την καινοτομία και τη σύνδεσή του με την κοινωνία, στην προώθηση του έργου και της αποστολής του ΟΑΕΔ, στην άσκηση κοινωνικής πολιτικής υπέρ των οικονομικά αδύναμων φοιτητών και στην αναζωογόνηση και ανασυγκρότηση του αστικού ιστού της πόλης, προάγοντας έτσι πολλαπλώς το δημόσιο συμφέρον.
Άρθρο 94
Πρόγραμμα ενίσχυσης Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας
Η Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία (ΚΑΛΟ) αποτελεί έναν τομέα οικονομικής δραστηριότητας που αναπτύσσεται αυτόνομα, προτάσσοντας εναλλακτικά μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης στα οποία συμμετέχουν χωρίς διακρίσεις όλοι οι πολίτες και οι κάτοικοι της χώρας και προωθώντας τις συμμετοχικές και δημοκρατικές διαδικασίες στις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις.
Για την ενίσχυση των Φορέων ΚΑΛΟ, οι οποίοι αναλαμβάνουν δράσεις είτε στο πεδίο της παραγωγής είτε στο πεδίο της παροχής υπηρεσιών, και με σκοπό τη διάδοση του μοντέλου της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, καταρτίζονται χρηματοδοτικά προγράμματα στήριξης των φορέων αυτών, είτε από εθνικούς είτε από ευρωπαϊκούς πόρους. Καθώς οι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ΚΑΛΟ Φορείς αντιπροσωπεύουν σήμερα σημαντικό αριθμό οικονομικών οντοτήτων, αναμένεται από αυτούς πληθώρα προτάσεων για τη στήριξη των σχεδιαζόμενων δράσεών τους, καθιστώντας εξαιρετικά πιθανό ο προϋπολογισμός των συγχρηματοδοτούμενων επιχειρησιακών προγραμμάτων να μην επαρκεί για την υλοποίηση και τη στήριξη των δράσεων αυτών.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, θεσμοθετείται η δυνατότητα κατάρτισης ενιαίων προγραμμάτων για τη στήριξη και την ενίσχυση των Φορέων ΚΑΛΟ, χρηματοδοτούμενων από κοινού από το ΕΣΠΑ και από το εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Ο σκοπός και οι όροι των εν λόγω προγραμμάτων θα καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Επιπλέον, διαχειριστής του προγράμματος ορίζεται η Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης – Τομέας Απασχόλησης και Κοινωνικής Οικονομίας, στην οποία παρέχεται και η δυνατότητα να κάνει χρήση του Μητρώου Αξιολογητών του Ενδιάμεσου Φορέα Επιχειρησιακών Προγραμμάτων Ανταγωνιστικότητας και Επιχειρηματικότητας (ΕΦΕΠΑΕ) για την αξιολόγηση των προτάσεων των ενδιαφερόμενων Φορέων.
Άρθρο 95
Εκπροσώπηση ΣΒΒΕ σε συλλογικά όργανα
Με το άρθρο 41 του ν. 4554/2018 (Α’ 130) ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) αναγνωρίστηκε ως ισότιμος κοινωνικός εταίρος, συμμετέχοντας με εκπρόσωπο του σε όλα τα διοικητικά συμβούλια και συλλογικά όργανα και τις εκπροσωπήσεις της χώρας στο εσωτερικό και εξωτερικό, όπου προβλέπεται συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων. Με τις διατάξεις της προτεινόμενης ρύθμισης εξασφαλίζεται η ισότιμη συμμετοχή του ΣΒΒΕ σε συλλογικά όργανα, στα οποία η εκπροσώπηση των εργοδοτικών εκπροσώπων προβλέπεται από κοινού. Επίσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η ισάριθμη εκπροσώπηση του Δημοσίου, των εργαζομένων και των εργοδοτών, όπου αυτή προβλέπεται, ορίζεται ότι με την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 41 του ν. 4554/2018 δύναται να επανακαθορίζεται ο αριθμός των εκπροσώπων του Δημοσίου με τη προσθαφαίρεση εκπροσώπων του.
Άρθρο 96
Βοήθημα πρώην εργαζομένων στη Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων ΑΕ
Με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 23 του ν. 3526/2007 (Α’ 24) προβλέφθηκε η καταβολή στους εργαζόμενους της εταιρίας με την επωνυμία «Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων ΑΕ» (ΒΦΛ Α Ε), στο πλαίσιο της εξυγίανσής της, η καταβολή από τον ΟΑΕΔ ενός επιπλέον βοηθήματος, υπολογιζόμενου κλιμακωτά ανά κλίμακες επί της νόμιμης αποζημίωσης που έλαβαν οι εργαζόμενοι. Ειδικότερα, η ως άνω διάταξη αφορά εργαζόμενους, οι οποίοι συνέχισαν να εργάζονται στο εργοστάσιο θεσσαλονίκης της ΒΦΛ ΑΕ, καθώς και εκείνους που μετακινήθηκαν στο εργοστάσιο Καβάλας και απολύθηκαν για λόγο μη οφειλόμενο σε υπαιτιότητα τους ή παραιτήθηκαν μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου, ήτοι από 9.2.2007.
Ωστόσο, η εφαρμογή της ανωτέρω νομοθετικής διάταξης δεν υπήρξε ομοιόμορφη. Ειδικότερα, σε ορισμένες περιπτώσεις το βοήθημα καταβλήθηκε πράγματι κλιμακωτά, ανά κλίμακες ποσού νόμιμης αποζημίωσης, ενώ σε άλλες περιπτώσεις το ποσό του καταβαλλόμενου βοηθήματος δεν υπολογίστηκε κλιμακωτά, αλλά με την εφαρμογή ενός μοναδικού συντελεστή επί του συνόλου του ποσού της νόμιμης αποζημίωσης. Συνεπεία αυτής της ανομοιομορφίας, πολλοί εργαζόμενοι προσέφυγαν στα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, προκειμένου να τους καταβληθεί το προβλεπόμενο ποσό βοηθήματος.
Ωστόσο, ενώ εκκρεμούσαν ακόμη υποθέσεις επί των αρμόδιων δικαστηρίων (πρώτου και δεύτερου βαθμού), με το άρθρο 32 του ν. 4144/2013 (Α’ 88) καταργήθηκε αναδρομικά από τότε που ίσχυσε η πρόβλεψη περί κλιμακωτού υπολογισμού του βοηθήματος. Η εν λόγω αναδρομική κατάργηση κρίθηκε από ορισμένα δευτεροβάθμια δικαστήρια ως γνήσια ερμηνευτική διάταξη, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 77 του Συντάγματος, με αποτέλεσμα να απορριφθούν τα αιτήματα ορισμένων εργαζομένων. Εν τω μεταξύ δε, η ανωτέρω διάταξη καταργήθηκε από 1.1.2013, δυνάμει του στοιχ. 1 της υποπαρ. ΙΑ. 1 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’ 222).
Παρότι το αντικείμενο των σχετικών δικών δεν ξεπερνούσε το όριο της παρ. 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8) για την παραδεκτή άσκηση αίτησης αναίρεσης από τους διαδίκους ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, ασκήθηκε αναίρεση υπέρ του νόμου από τη Γενική Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, σύμφωνα με την παρ. 5 του ίδιου άρθρου.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την υπ’ αριθμ. 1818/2018 απόφασή του, έκρινε αφενός ότι το καταβλητέο βοήθημα ισούται με το άθροισμα των ποσών που προκύπτουν ανά κλιμάκιο ποσού νόμιμης αποζημίωσης μετά την εφαρμογή του προβλεπόμενου σε κάθε κλιμάκιο αντίστοιχου συντελεστή, και αφετέρου ότι η αναδρομική ισχύς του άρθρου 32 του ν. 4144/2013 είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα, ως αντικείμενη στις διατάξεις των άρθρων 4, 20 και 26 του Συντάγματος. Ειδικότερα επί της αντισυνταγματικότητας της αναδρομικής ισχύος, κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 32 του ν. 4144/2013, που επέφερε αναδρομική μεταβολή του τρόπου υπολογισμού του βοηθήματος, δεν συνιστά γνήσια ερμηνευτική διάταξη αλλά ανεπίτρεπτη επέμβαση σε εκκρεμείς δίκες.
Ενόψει των ανωτέρω, με την προτεινόμενη διάταξη καταργείται από τότε που ίσχυσε η αντισυνταγματική διάταξη του άρθρο 32 του ν. 4144/2013 και ορίζεται ρητά ότι το καταβλητέο σε κάθε εργαζόμενο βοήθημα ισούται με το άθροισμα των ποσών που προκύπτουν ανά κλιμάκιο ποσού νόμιμης αποζημίωσης μετά την εφαρμογή του προβλεπόμενου σε κάθε κλιμάκιο αντίστοιχου συντελεστή. Με τον τρόπο αυτό επέρχεται πλήρης συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις παραδοχές της ανωτέρω απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας και ταυτόχρονα αίρονται οι ανισότητες που προέκυψαν με την έκδοση αντιφατικών αποφάσεων επί του ίδιου ζητήματος.
Άρθρο 97
Ευθύνη προσωρινών διοικήσεων Γηροκομείου Αθηνών
Μέχρι το 2000, το ειδικά αναγνωρισμένο φιλανθρωπικό σωματείο με την επωνυμία «Ελεήμων Εταιρεία Αθηνών – Γηροκομείο -Πτωχοκομείο» είχε μια επιτυχή οικονομικά και κοινωνικά πορεία. Ένας συνδυασμός παραγόντων, όπως η κακοδιοίκηση, οι σπατάλες, οι πολιτικές παρεμβάσεις κλπ., είχαν ως αποτέλεσμα την σταδιακή, καθοδική του πορεία, η οποία κορυφώθηκε το 2015, όταν έφτασε να οφείλει στο Δημόσιο, στου Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, στους εργαζόμενους και στους προμηθευτές, πάνω από 30 εκατομμύρια ευρώ και να έχει σοβαρά προβλήματα περίθαλψης και σίτισης των συνεχώς μειούμενων φιλοξενουμένων προσώπων (σήμερα λιγότεροι από 100).
Παράλληλα, η προηγούμενη -επί μία δεκαετία- διοίκηση του εν λόγω σωματείου παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη για σειρά κακουργηματικών πράξεων. Λόγω της κακουργηματικής αυτής παραπομπής, ο Δήμος Αθηναίων, ως εποπτεύουσα αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 75 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006, Α’ 114), με την υπ’ αριθμ. 1801/29.9.2016 (ΑΔΑ: Ψ0ΗΜΩ6Μ-Π2Φ) απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 1885/13.10.2016 (ΑΔΑ: Ψ6ΗΞΩ6Μ-9ΕΚ) απόφαση, παρενέβη για την έκπτωση του προηγούμενου αιρετού Διοικητικού Συμβουλίου και τον ορισμό Προσωρινής Διοικητικής και Διαχειριστικής Επιτροπής.
Μετά τη λήξη της θητείας της Προσωρινής Διοικητικής και Διαχειριστικής Επιτροπής εκκινήθηκε η διαδικασία διορισμού προσωρινών διοικήσεων από το αρμόδιο δικαστήριο (Πρωτοδικείο Αθηνών) και συγκεκριμένα από τον Απρίλιο του 2017 μέχρι και σήμερα, έχουν διοριστεί πέντε διαφορετικές προσωρινές διοικήσεις.
Τα πρόσωπα της Προσωρινής Διοικητικής και Διαχειριστικής Επιτροπής που διορίστηκαν με την ανωτέρω απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων, καθώς και εκείνα που διορίστηκαν με αποφάσεις του Πρωτοδικείου Αθηνών, παρότι επελέγησαν προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις παθογένειες που είχαν προκληθεί από την αιρετή (μέχρι το 2016) Διοίκηση, υφίστανται, μεταξύ άλλων, μέτρα διοικητικού καταναγκασμού αποκλειστικά λόγω των συσσωρευμένων οφειλών του Γηροκομείου προς το Ελληνικό Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες δεν οφείλονται σε δική τους υπαιτιότητα.
Η προτεινόμενη ρύθμιση επιδιώκει να θεραπεύσει με δίκαιο τρόπο την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα ανωτέρω φυσικά πρόσωπα, τα οποία βρέθηκαν να ενέχονται και να διώκονται για τα χρέη του Γηροκομείου Αθηνών, δίχως δική τους ευθύνη, καθώς τα μεν πρώτα διορίστηκαν από το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων, τα δε δεύτερα βάσει αποφάσεων του Πρωτοδικείου Αθηνών. Προς απόλυτη δε διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, ορίζεται ότι η προσωπική και ποινική ευθύνη των εν λόγω προσώπων ισχύει στο ακέραιο, αν έχουν καταδικαστεί ή καταδικαστούν για αδικήματα από δόλο σε βάρος της περιουσίας του Γηροκομείου, όπως απάτη, κλοπή, υπεξαίρεση κλπ.
ΜΕΡΟΣ Β’
ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Άρθρο 98
Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση, πλήθος δόσεων, απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής
Με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου του προτεινόμενου σχεδίου νόμου, δίνεται η δυνατότητα να ρυθμιστούν, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, βεβαιωμένες οφειλές στις Δ.Ο.Υ., τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α’ 170, Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α’ 90, Κ.Ε.Δ.Ε.),τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2001, Α’ 265) και τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα (Καν. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου) και εφόσον έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 31η Δεκεμβρίου 2018 και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση.
Συγκεκριμένα προβλέπονται απαλλαγές από τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, που κυμαίνονται κατ’ αρχήν από ποσοστό 10% για όλους τους υπαγόμενους στη ρύθμιση, ανεξαρτήτως λοιπών προϋποθέσεων και φτάνουν έως ποσοστό 100% κατά την εφάπαξ εξόφληση, ενώ παρέχεται αριθμός μηνιαίων δόσεων τμηματικής καταβολής έως και 120 δόσεις για τα φυσικά και νομικά μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα πρόσωπα ή οντότητες και έως 30 δόσεις για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Με την επιλογή του οφειλέτη να εξοφλήσει τη ρύθμιση σε λιγότερες από τις προτεινόμενες από τη Φορολογική Διοίκηση δόσεις, χορηγείται προοδευτικά αυξανόμενη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Η χορήγηση του αριθμού των δόσεων για τα φυσικά πρόσωπα και τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχει εισοδηματικό κριτήριο και ο τρόπος υπολογισμού βασίζεται καθαρά σε πραγματικά εισοδήματα με γνώμονα την ισοκατανομή των βαρών στους φορολογούμενους ανάλογα με την φοροδοτική τους ικανότητα. Ο ελάχιστος αριθμός δόσεων ορίζεται στις 18, ενώ το ελάχιστο ποσό δόσης ανέρχεται στα τριάντα (30) ευρώ.
Ειδικά όσον αφορά στα φυσικά πρόσωπα, για τον υπολογισμό του αριθμού δόσεων της ρύθμισης, λαμβάνεται υπ’ όψιν ο αριθμός των ανήλικων και λοιπών εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, μέσω της αναλογικής μείωσης των συντελεστών εισοδήματος.
Άρθρο 99
Επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την υπαγωγή σε ρύθμιση
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, βασικές οφειλές που υπάγονται στο πρόγραμμα της παρούσας ρύθμισης αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής τους στη ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 5% ετησίως υπολογισμένο. Επισημαίνεται ότι βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα της παρούσας ρύθμισης δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση μόνο 2%.
Άρθρο 100
Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση προαιρετικά
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου του σχεδίου νόμου, δύναται επίσης να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές της παρ. 1 του άρθρου 98 του παρόντος νομοσχεδίου, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης τελούν σε αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της υποπαρ. Α.2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), του άρθρου 43 του ν. 4174/2013(Α’ 170) ή ρύθμιση κατά τις διατάξεις της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (Α’ 238), η οποία είναι σε ισχύ, και έτσι παρέχονται περαιτέρω ευεργετήματα από αυτά των ως άνω διατάξεων των προηγούμενων ρυθμίσεων.
Άρθρο 101
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού του σχεδίου νόμου, προβλέπεται και στα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα να υπαχθούν στο πρόγραμμα της παρούσας ρύθμισης. Ακόμη σημειώνεται ότι η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση υποβάλλεται ηλεκτρονικά, ως εκ τούτου διευκολύνονται οι φορολογούμενοι που έχουν υφιστάμενα χρέη σε περισσότερες από μία Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα κλπ., και μόνο στην περίπτωση κατά την οποία υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Άρθρο 102
Καταβολή πρώτης δόσης
Με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου δίνεται η δυνατότητα, με την υποβολή του αιτήματος περί υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση, κάλυψης της πρώτης δόσης της ρύθμισης με τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974, από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ν. 4174/2013, καθώς και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης.
Άρθρο 103
Απώλεια ρύθμισης
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αναλύονται οι περιπτώσεις απώλειας της ρύθμισης.
Άρθρο 104
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου του σχεδίου νόμου προβλέπεται ότι μετά την υπαγωγή και τη συμμόρφωση στη ρύθμιση χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ., όπως ισχύει. Επίσης, μετά την υπαγωγή και τη συμμόρφωση στη ρύθμιση, αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει, ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεση της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
Άρθρο 105
Δικαιώματα του Δημοσίου
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα, και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στην εν λόγω ρύθμιση, λήψης μέτρων διασφολιστικών, μη χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας σε συγκεκριμένες περιπτώσεις καθώς και διενέργειας συμψηφισμού χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε.
Άρθρο 106
Πίστωση ποσών από παρακράτηση ή συμψηφισμό ή πράξεις εκτέλεσης
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού παρέχεται επιπλέον η δυνατότητα κατά τη διάρκεια της ρύθμισης τα ποσά που εισπράττονται από την παρακράτηση ποσοστού απαίτησης του οφειλέτη λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 ή κατόπιν συμψηφισμού του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε.. (ν.δ. 356/1974) να καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Επιπροσθέτως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 107
Παραγραφή οφειλών
Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου του σχεδίου νόμου, προβλέπεται η αναστολή παραγραφής των ρυθμιζόμενων οφειλών καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης. Η παραγραφή δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της ρύθμισης.
Άρθρο 108
Εξαιρέσεις
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού εξαιρούνται και δεν υπάγονται στην εν λόγω ρύθμιση οφειλές που έχουν υπαχθεί στις νομοθετικές ρυθμίσεις κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014, καθώς πρόκειται για εξαιρετικά ευεργετικές ρυθμίσεις με μεγάλο χρονικό εύρος αποπληρωμής, ώστε να μην δοθεί περαιτέρω παράταση αποπληρωμής των οφειλών αυτών, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές απολεσθούν μετά την κατάθεση του παρόντος νομοσχεδίου. Επιπλέον, εξαιρούνται οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση που έχουν ενταχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές απωλεσθούν μετά την κατάθεση του παρόντος νομοσχεδίου. Επίσης, εξαιρούνται οφειλές που αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών και δεν δύνανται να ρυθμιστούν σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011, όπως ισχύει, ή που δεν δύνανται να ρυθμιστούν σύμφωνα με άλλες διατάξεις. Τέλος, στη ρύθμιση δεν μπορούν να υπαχθούν οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.
Άρθρο 109
Καθορισμός ειδικότερων θεμάτων και λεπτομερειών
Με τη διάταξη του άρθρου αυτού εξουσιοδοτούνται ο Υπουργός Οικονομικών και ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων να καθορίζουν με κοινή απόφασή τους τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή της εν λόγω ρύθμισης.
ΜΕΡΟΣ Γ’
ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΟΤΑ Α’ ΒΑΘΜΟΥ
Άρθρα 110 – 117
Ρύθμιση οφειλών προς ΟΤΑ α’ βαθμού
Με τις διατάξεις του άρθρου 52 του ν. 4483/2017 (Α’ 107), προβλέφθηκε μία εξαιρετική και χρονικά προσδιορισμένη δέσμη διατάξεων, με τις οποίες παρασχέθηκε η δυνατότητα ρύθμισης οφειλών (από τέλη, φόρους, δικαιώματα, εισφορές, καθώς και από τις προσαυξήσεις, τους τόκους και των πρόστιμα αυτών) φυσικών και νομικών προσώπων προς τους ΟΤΑ α’ βαθμού και τα νομικά πρόσωπα αυτών. Μέσα σε μία δυσμενή οικονομική συγκυρία, οι διατάξεις αυτές, για όσο διάστημα ίσχυσαν, έδωσαν τη δυνατότητα, αφενός στα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα που υπήχθησαν στις εν λόγω ρυθμίσεις, να ανταποκριθούν σε χρονίζουσες οικονομικές τους υποχρεώσεις με τρόπο που να επαναφέρει την κανονικότητα στον οικονομικό τους προγραμματισμό και να τους επιτρέπει να ανακτήσουν τη συνέπεια στην εξόφληση των σχετικών τους οφειλών και αφετέρου στους ίδιους τους δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, να αυξήσουν σημαντικά τη ροή των εσόδων τους και να εισπράξουν απαιτήσεις που επί μακρό χρόνο δεν εξυπηρετούνταν. Εντούτοις, τόσο λόγω της περιορισμένης χρονικής διάρκειας της δυνατότητας υπαγωγής στη ρύθμιση εκείνη, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, όσο και λόγω ελλιπούς, σε πολλές περιπτώσεις, σχετικής ενημέρωσης των πολιτών εκ μέρους των δήμων, σημαντικός αριθμός οφειλετών, αν και θα μπορούσε να ωφεληθεί από τις ρυθμίσεις αυτές και να ανταποκριθεί στους όρους τους, με τις ευεργετικές ανωτέρω συνέπειες, δεν υπέβαλε αίτηση υπαγωγής στις ρυθμίσεις.
Για το σκοπό αυτό και ενόψει των πολύ θετικών αποτελεσμάτων των ως άνω διατάξεων, οι δυνατότητες ρύθμισης οφειλών προς τους ΟΤΑ α’ βαθμού και τα νομικά πρόσωπα αυτών που προβλέφθηκαν με αυτές, επαναφέρονται με το παρόν άρθρο και ισχύουν υπό τους ίδιους όρους, για περιορισμένο και πάλι χρονικό διάστημα.
Άρθρο 118
Έναρξη ισχύος
Με την παρούσα διάταξη καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου.
————————————